Το πρωινό του Σαββάτου 8/7 συντελέστηκε άλλη μια κρατική δολοφονία. Μετά από καταδίωξη που ξεκίνησε εξ αιτίας της κλοπής ενός αυτοκινήτου και την μετέπειτα άρνηση του οδηγού να σταματήσει σε έλεγχο της αστυνομίας ένας ένστολος φρουρός πυροβόλησε και σκότωσε τον οδηγό του κλεμμένου οχήματος˙ έναν 20χρονο μετανάστη από την Συρία. Είναι αξιοσημείωτο το ότι ο καταδιωκόμενος πυροβολήθηκε πεζός και άοπλος αφού προηγουμένως είχε εγκαταλείψει το όχημα το οποίο είχε εκτραπεί από την πορεία του λόγω της καταδίωξης.
Μια ημέρα μετά, ο εισαγγελέας πρωτοδικών Λάρισας άφησε ελεύθερο τον μπάτσο-δολοφόνο, δεχόμενος τις αιτιάσεις του τελευταίου περί τυχαίας εκπυρσοκρότησης του όπλου και της δήθεν «βαθύτατης θλίψης του για το γεγονός» που ο ίδιος προκάλεσε. Με την απόφαση αυτή η οποία ουσιαστικά επιβράβευσε τον φονιά για την ενέργειά του δολοφονώντας για δεύτερη φορά ένα 20χρονο παιδί, επιβεβαιώθηκε ξανά το πόσο μεγάλη απόσταση χωρίζει την λεγόμενη «Δικαιοσύνη» από το δίκιο.
Η κρατική αντι-μεταναστευτική πολιτική σπέρνει θάνατο.
Ο αδιάκοπος πόλεμος που διεξάγεται ανελλιπώς από τα κράτη ενάντια στους μετανάστες εντός των συνόρων τους είναι η λογική συνέχεια και απόληξη του πολύμορφου πολέμου -οικονομικού και στρατιωτικού- που διεξάγει ο ανεπτυγμένος «πρώτος» κόσμος στους τόπους καταγωγής τους. Αυτοί που πνίγονται και πυροβολούνται στα θαλάσσια και χερσαία σύνορα της Ευρώπης-φρούριο είναι οι ίδιοι που φεύγουν προσπαθώντας να γλιτώσουν από τον πόλεμο που διεξάγουν στον τόπο τους οι μεγάλες δυνάμεις. Αυτοί που παρανομοποιούνται και εξωθούνται σε παράνομες δραστηριότητες προκειμένου να επιβιώσουν είναι αυτοί που το κράτος τους στερεί το άσυλο, τους αρνείται την δυνατότητα κοινωνικής ενσωμάτωσης και τους καθιστά αόρατους. Αυτοί που καταδιώκονται, βασανίζονται και δολοφονούνται στα σύνορα, τις εθνικές οδούς και τα κέντρα των πόλεων είναι οι ίδιοι που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την γενέτειρά τους προκειμένου να σωθούν από την ανέχεια, την βία και τον θάνατο που σκορπούν οι αποικιοκρατικές πολιτικές του καπιταλιστικού κέντρου.
Η ύπαρξη κράτους και καπιταλισμού σπέρνει αναπόφευκτα θάνατο.
Το κρατικό-καπιταλιστικό σύστημα είναι βασισμένο πάνω σε δύο βασικούς άξονες. Την ιδιοκτησία και την εξουσία. Όποιος παραβεί ή αμφισβητήσει την «ιερότητα» αυτών των δύο πυλώνων του συστήματος έχει να αντιμετωπίσει, όχι μόνο τις διώξεις και την βία των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους αλλά και τις επιθέσεις κομματιών της κοινωνίας που έχουν ενστερνιστεί τις σάπιες κρατικές-καπιταλιστικές «αξίες». Η βία δε και οι επιθέσεις αυτές κυμαίνονται από το λιντσάρισμα, όπως συνέβη στην περίπτωση του Ζακ Κωστόπουλου, μέχρι την εν ψυχρώ εκτέλεση όπως στις περιπτώσεις των τσιγγάνων Σαμπάνη, Φραγκούλη και τώρα του 20χρονου στην Λάρισα από ένστολους κρατικούς δολοφόνους. Για το κράτος και τους μηχανισμούς του, για τους καπιταλιστές και εν γένει για όλους τους εξουσιαστές και εξουσιολάγνους οι εχθροί είναι πάντα οι φτωχοί, οι απόκληροι, οι από τα κάτω και πρέπει να πληρώσουν γι’ αυτό. Ασχέτως αν είναι το ίδιο το κρατικο-καπιταλιστικό σύστημα που γεννάει καθημερινά στρατιές ανθρώπων χωρίς καμιά ελπίδα και που για αυτόν τον λόγο αποκαλούνται «επικίνδυνες τάξεις».
Και για να επισημάνουμε το αυτονόητο, όλα τα παραπάνω δεν είναι μια ιδιαιτερότητα του ελληνικού κράτους ή των ελληναράδων αφεντικών. Αυτή είναι η αιματοβαμμένη καθημερινότητα που βιώνουν οι αποκλεισμένοι και περιθωριοποιημένοι απ’ άκρη σ’ άκρη της γης, όπου κυριαρχεί το σύμπλεγμα κράτους και καπιταλισμού. Η πρόσφατη δολοφονία του 17χρονου Ναέλ από μπάτσο στην Γαλλία, η οποία έβαλε ξανά φωτιά στα γαλλικά προάστια, είναι ενδεικτική. Είναι μια μόνο από τις αναρίθμητες κρατικές δολοφονίες που διαπράττονται καθημερινά σε όλα τα μήκη και πλάτη του καπιταλιστικού «παραδείσου».
Η ατιμωρησία των ένστολων δολοφόνων από την κρατική Δικαιοσύνη και η ηθική νομιμοποίηση που λαμβάνουν από κομμάτια της κοινωνίας είναι αυτά που οπλίζουν τα χέρια τους.
Η πρόσφατη αυτή κρατική δολοφονία που έλαβε χώρα σε χωριό της Λάρισας είναι ένα ακόμα από τα αναρίθμητα εγκλήματα που έχει διαπράξει και συνεχίζει να διαπράττει καθημερινά το κράτος εναντίον της ζωής. Είναι όμως βέβαιο ότι δεν πρόκειται να είναι και το τελευταίο όσο το αιμοσταγές σύστημα του κράτους και του καπιταλισμού συνεχίζει να επιβιώνει. Και δεν θα είναι το τελευταίο για τον απλό λόγο ότι το κάθε ένστολο κάθαρμα που σηκώνει ένα πιστόλι και σημαδεύει τον κάθε παρία αυτής της κοινωνίας, κάθε μπάτσος-δολοφόνος, κάθε συνοριοφύλακας-δολοφόνος, κάθε λιμενόμπατσος-δολοφόνος γνωρίζει ότι έχει από πίσω του ως προστάτη τον μεγαλύτερο από όλους, το κράτος-δολοφόνο που στην χειρότερη περίπτωση θα τον ρίξει στα μαλακά και στην καλύτερη θα τον επιβραβεύσει που επιτέλεσε το «εθνικό» του καθήκον.
Επιπλέον, όλα αυτά τα ένστολα σκουπίδια γνωρίζουν ότι υπάρχει μια κάθε άλλο παρά αμελητέα μερίδα της κοινωνίας που έχει εκπαιδευτεί να βλέπει την απειλή στον αδύναμο και όχι στον ισχυρό, που έχει μάθει να αναγνωρίζει ως εχθρό όχι τον ανώτερο αλλά τον από τα κάτω, τον απόκληρο, τον κατατρεγμένο. Γνωρίζουν ότι αυτά τα συντηρητικά και αφομοιωμένα στην κυρίαρχη λογική κοινωνικά κομμάτια όχι μόνο δεν θα τους καταδικάσουν ηθικά αλλά αντιθέτως θα τους επικροτήσουν. Όλα τα παραπάνω εγγυώνται ότι τα κρατικά εγκλήματα δεν πρόκειται να εκλείψουν υπό τις παρούσες πολιτικο-οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες.
Μέχρι αυτή τη στιγμή δεν έχουμε μάθει και πιθανότατα δεν θα μάθουμε ποτέ το όνομα αυτού του τελευταίου θύματος του κράτους-δολοφόνου. Αυτός άλλωστε ήταν ένας παράνομος, ένας κλέφτης, ένας μετανάστης, ένας πρώην φυλακισμένος. Και αν για ένα μεγάλο κομμάτι ευυπόληπτων πολιτών, νοικοκυραίων, ρατσιστών και λοιπών μισάνθρωπων οι παραπάνω ιδιότητες είναι αρκετές ώστε να πουν: «καλά του κάνανε!», εμείς βλέπουμε στο πρόσωπό του όλους όσους ανήκουν στον πάτο της κοινωνικής πυραμίδας, όλες όσες αυτή η κοινωνία της ανισότητας και της αδικίας έχει πετάξει στο περιθώριο.
Χωρίς, λοιπόν, σε καμία περίπτωση να εξιδανικεύουμε ή να δικαιολογούμε άκριτα τον κάθε παράνομο φτωχοδιάβολο και οποιαδήποτε ενέργειά του, ακόμα κι αν αυτή υπαγορεύεται από την ανέχεια και την περιθωριοποίησή του, (και) η τελευταία κρατική δολοφονία μας υπενθυμίζει το καθήκον μας να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για έναν καλύτερο, δικαιότερο και ανθρωπινότερο κόσμο. Έναν κόσμο όπου δεν θα υπάρχουν πια κυνηγοί ανθρώπων ούτε κυνηγημένοι από την φτώχεια, τον πόλεμο και την αδικία. Έναν ριζικά νέο κόσμο χωρίς κράτος, τάξεις και εξουσία. Έναν κόσμο αλληλοβοήθειας, ισότητας και ελευθερίας.
Ο ΦΟΝΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΤΥΧΗΜΑ, ΕΙΝΑΙ Η ΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
Η ΖΩΗ & Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΑΝΘΙΣΟΥΝ
ΜΟΝΟ ΠΑΝΩ ΣΤΑ ΣΥΝΤΡΙΜΜΙΑ ΤΟΥ