Pierre Ramus – “Γιατί είμαι αναρχικός” [και ένα βιογραφικό σημείωμα]

Είμαι αναρχικός επειδή η ιδέα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας περιλαμβάνει αυτή της ελευθερίας. Αλλά είναι αδύνατο για έναν άνθρωπο να είναι ελεύθερος ως προλετάριος στο πλαίσιο της παρούσας κοινωνικής οργάνωσης, της κρατικιστικής και εξουσιαστικής αρχής, της μονοπωλιακής βίας και της εκμετάλλευσης στον οικονομικό τομέα. Μόνο με την κατάργηση του κράτους και της μονοπωλιακής καπιταλιστικής οργάνωσης, της προστατευόμενής του, ο προλετάριος θα αποκτήσει μια ελευθερία που θα του εγγυάται την ανθρώπινη αξιοπρέπειά του.

Η κατάργηση του κράτους συνεπάγεται την κατάργηση του μιλιταρισμού και όλων των ενόπλων δυνάμεων μέσα στην κοινωνία και η εξάλειψή τους θα οδηγήσει στην καταστροφή του καπιταλισμού και της µονοπωλιακής του βίας. Μόνο μέσω του αναρχισμού η ανθρωπότητα θα φτάσει σε μια εποχή πολιτισμού όπου η βάση θα είναι η ελευθερία και όπου η αξιοπρέπεια και η ανθρώπινη ευτυχία θα αποτελούν το ζωτικό της στοιχείο. Είμαι αναρχικός επειδή μισώ την κυριαρχία και τη βία σε όλες της τις μορφές, επειδή θεωρώ την ανθρώπινη ατομικότητα και την ελευθερία ως το μοναδικό σκοπό της ύπαρξης.

 

https://theanarchistlibrary.org/library/pierre-ramus-why-i-am-an-anarchist

 


 

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

 

«Σε μια εποχή, όπου τόσοι πολλοί άνθρωποι πρέπει να πεθαίνουν χωρίς ένα ανώτερο ιδανικό, εγώ πά­σχω και ζω με τα ιδανικά μου και είμαι έτοιμος να πεθάνω με αυτά».

Ρούντολφ Γκρόσμαν 1

 

Ο αυστριακός αναρχικός Ρούντολφ Γκρόσμαν (Rudolf Grossmannn) -περισσότερο γνωστός με το φιλολογικό ψευδώνυμο Πιερ Ράμους (Pierre Ramus) – γεννήθηκε στις 15 Απριλίου 1882 στη Βιέννη και ήταν γιος ενός εβραίου εμπόρου από την Ουγγαρία και μιας καθολικής από τη Μοραβία.

Ο Γκρόσμαν πολιτικοποιήθηκε από πολύ νωρίς και σε ηλικία δεκαέξι χρονών αποβλήθηκε από το γυμνάσιο λόγω σοσιαλδη­μοκρατικής προπαγάνδας, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα να έρ­θει σε ρήξη με τους γονείς του, οι οποίοι τον έστειλαν σε συγ­γενείς τους στις Ηνωμένες Πολιτείες. Εκεί, παράλληλα με τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης, ήρθε σε επαφή με τις οργανώσεις του σοσιαλιστικού και αναρ­χικού κινήματος. Το 1898 άρχισε να δραστηριοποιείται πολιτι­κά και δημοσιογραφικά και για δυο χρόνια (1898-1900) υπήρξε συνεργάτης της New Yorker Volkszeitimg (Λαϊκής Εφημερίδας της Νέας Υόρκης) και για ένα χρόνο της Groβ-New-Yorker Ar­beitszeitung (Μεγάλης Εργατικής Εφημερίδας της Νέας Υόρκης).

Όταν ήταν 18 χρονών ίδρυσε στη Νέα Υόρκη το πρώτο του μηνιαίο περιοδικό, το Der Zeitgeist (Το Πνεύμα της Εποχής). Σύντομα γνωρίστηκε με τον αναρχικό επαναστάτη Γιόχαν Μοστ, στην εφημερίδα του οποίου αρθρογραφούσε μέχρι το 1904. Την περίοδο 1902-1903 έγραψε άρθρα στην εφημερίδα του Σικάγου Arbeiterzeitung (Εφημερίδα των Εργατών) και υπήρξε ένας από τους συντάκτες του κυριακάτικου φύλλου της εφημερίδας Die Fackel (Ο Πυρσός).

Το 1902 ο Γκρόσμαν, όντας ομιλητής μιας απεργιακής δια­δήλωσης στο Πάτερσον, συνελήφθη και οδηγήθηκε στο δικαστήριο μαζί με τον Λουίτζι Γκαλεάνι και τον Γουίλλιαμ ΜακΚουήν. Αφού αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση, το 1903 διέφυγε μέσω του Καναδά στην Αγγλία. Στο Λονδίνο σπούδα­σε οικονομία και δίκαιο στο London School of Economics and Political Science, ενώ παράλληλα συνέχισε να μελετά τα γραπτά του σοσιαλισμού. Η βαθιά του επιθυμία για γνώση τον ώ­θησε να μάθει πολλές γλώσσες και να αποκτήσει γνώσεις από πολλά πεδία του επιστητού. Την ίδια εποχή δραστηριοποιήθηκε μέσα στο εβραϊκό και γερμανόφωνο αναρχικό κίνημα και έ­γραψε άρθρα για τα εβραϊκά αναρχοκομμουνιστικά περιοδικά Der Arbeiterfreund (Ο Φίλος των Εργατών) και Germinal όπως επίσης και για διάφορες γερμανικές αναρχικές εφημερίδες.

Την περίοδο 1905-1906 υπήρξε συντάκτης της συνδικαλιστι­κής μηνιαίας εφημερίδας Der freie Zigarettenarbeiter (Ο Ελεύ­θερος Τσιγαράς), ενώ το 1906 συνεργάτης του αναρχικού εβδο­μαδιαίου περιοδικού Die freie Arbeilenvell (Ο Ελεύθερος Κό­σμος των Εργατών). Αυτή την εποχή επέλεξε ως ψευδώνυμο το όνομα του γάλλου ουμανιστή φιλοσόφου, μαθηματικού και μεταρρυθμιστή της παιδείας Petrus Ramus, με το οποίο έγινε τελικά γνωστός ως Pierre Ramus (Πιερ Ράμους). Επιλέγοντας αυτό το όνομα, ο Γκρόσμαν κατέστησε σαφή το διαφωτιστικό ρόλο που επρόκειτο να διαδραματίσει όπως επίσης και τον ου­μανιστικό του προσανατολισμό. Από το 1906 άρχισε να εκδί­δει, πρώτα στο Λονδίνο, και κατόπιν στη Βιέννη, το περιοδικό Die freie Generation (Η Ελεύθερη Γενιά) (Λονδίνο-Βερολίνο, 1906-1908), ενώ την περίοδο 1910-1914 ήταν εκδότης της Jahrbuch der Freien Generation (Επετηρίδα της Ελεύθερης Γε­νιάς). Όταν το 1907 επέστρεψε στη Βιέννη, εκεί εξέδιδε μέχρι την έκρηξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, το 1914, το δεκαπενθήμερο περιοδικό Wohlstand für Alle (Ευημερία για όλους). Την ίδια χρονιά πήγε στο Άμστερνταμ προκειμένου να λάβει μέρος ως εκπρόσωπος της Αυστρίας στο Διεθνές Συνέ­δριο Αναρχικών.

H πνευματική προσφορά του Γκρόσμαν δεν έγκειται τόσο στη δημιουργία μιας νέας θεωρίας όσο στον πρωτότυπο συνδυασμό διάφορων ιδεών από διδασκαλίες στοχαστών που τον ε­πηρέασαν όπως ο Μιχαήλ Μπακούνιν, ο Γουίλλιαμ Γκόντγουιν, ο Γουίλλιαμ Μόρις, ο Μαξ Στίρνερ, ο Πέτρος Κροπότκιν, ο Τολστόι και ο Φραντσίσκο Φερέρ. Ειδικά στους δύο τελευταί­ους χρωστάει αντίστοιχα την πασιφιστική του στράτευση και την παθιασμένη του υπεράσπιση μιας αντιαυταρχικής εκπαί­δευσης.

Ο ίδιος ήταν υπέρ μιας συνεταιριστικής οικονομίας, με αποτέλεσμα να ασκήσει σφοδρή κριτική στο έργο του φιλελεύ­θερου οικονομολόγου Λούντβιχ φον Μίζες, των κρατιστών σο­σιαλιστών Ρούντολφ Γκόλντσαϊντ και Πόππερ-Λύνκεους, και κυρίως του Καρλ Μαρξ. Ειδικά όσον αφορά τον Μαρξ, το 1919 εξέδωσε μια πολύ πρωτότυπη ριζοσπαστική κριτική και τελικά απόρριψη της μαρξικής θεωρίας με τον τίτλο Die Irrlehre und Wissenschaftslosigkeit des Marxismus im Bereich des Sozialismus (Η λανθασμένη θεωρία και η αντιεπιστημονικότητα του μαρξισμού στο πεδίο του σοσιαλισμού),2 ένα έργο, το οποίο αυ­τός επανεξέδωσε το 1926, συμπληρωμένο και εμπλουτισμένο με τον ελάχιστα αλλαγμένο τίτλο Die Irrlehre des Marxismus (Η λανθασμένη θεωρία τον μαρξισμού).

Όταν ξέσπασε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Γκρόσμαν αρνήθηκε να υπηρετήσει στο στρατό και φυλακίστηκε δυο φο­ρές για κατασκοπεία και εσχάτη προδοσία, ενώ μέχρι το τέλος του πολέμου βρισκόταν υπό κατ’ οίκον κράτηση στην πόλη Klosterneuburg. Το 1916 παντρεύτηκε την για πολλά χρόνια σύντροφό του Ρωσίδα αναρχική Σοφί Οσίποβνα Φρίντμαν, την οποία είχε γνωρίσει στον κύκλο του Κροπότκιν. Μαζί της απέ­κτησε δύο κόρες, τη Λίλυ και την Ερβίνα.

Η πολιτική και προπαγανδιστική δράση του Γκρόσμαν συνε­χίστηκε αδιάκοπα μετά τη λήξη του πολέμου, δίνοντας διαλέ­ξεις στη Γερμανία, στη Γαλλία και την Ελβετία και γράφοντας άρθρα σε διάφορα περιοδικά, ενώ το 1919 ίδρυσε στην Αυ­στρία την «Bund Herrschaftsloser Sozialisten» (BHS) («Ένωση αντιεξουσιαστών σοσιαλιστών»), η οποία μέχρι το 1933 εξέδιδε το περιοδικό Erkenntnis und Befreiung (Γνώση και Απελευθέρωση). Την περίοδο του μεσοπολέμου συμμετείχε σε διάφορα εναλλακτικά πολιτικά σχέδια και αντιμιλιταριστικές δράσεις, με αποτέλεσμα να βρεθεί πολλές φορές αντιμέτωπος με τις δι­καστικές αρχές.

Μετά την εισβολή των γερμανικών στρατευμάτων στην Αυ­στρία στις 13 Μαρτίου 1938, ο Γκρόσμαν διέφυγε μέσω της Ελβετίας στη Γαλλία. Όταν ο γερμανικός στρατός κατέλαβε τη Γαλλία, αυτός διέφυγε ξανά μέσω της Ισπανίας στο Μαρόκο, όπου βρήκε κατάλυμα σε ένα στρατόπεδο προσφύγων στην Καζαμπλάνκα. Η οικογένειά του, η οποία από το 1938 είχε μεταναστεύσει στις ΗΠΑ, έκανε πολλές προσπάθειες προκειμένου να τον φέρει κοντά της. Τελικά, στις 20 Μαΐου 1942, ο Γκρόσμαν κατάφερε να επιβιβαστεί σε ένα πλοίο με προορισμό τη Βέρα Κρουζ του Μεξικού. Όμως όλα αυτά τα χρόνια της στέρησης είχαν εξασθενήσει πολύ την υγεία του, με αποτέλε­σμα να υποστεί καρδιακή συγκοπή και να πεθάνει πάνω στο πλοίο στις 27 Μαΐου 1942.

Ο Ρούντολφ Γκρόσμαν θεωρείται ο σημαντικότερος εκπρό­σωπος του αναρχικού κινήματος στην Αυστρία την περίοδο του μεσοπολέμου, ο οποίος, αφιερώνοντας όλη τη ζωή του στη διά­δοση και προπαγάνδα του αντιεξουσιαστικού σοσιαλισμού, δεν δίστασε ήδη από πολύ νωρίς να ασκήσει δριμεία κριτική στο σύνολο της μαρξικής θεωρίας όπως επίσης και να καταγγείλει τόσο τον κρατιστικό χαρακτήρα της σοσιαλδημοκρατικής εκδοχής του μαρξισμού όσο και τον ολοκληρωτικό χαρακτήρα της μπολσεβίκικης λενινιστικής δικτατορίας. Από τα βέλη της κριτικής του δεν ξέφυγαν επίσης ούτε οι φιλελεύθερες οικονο­μικές και κοινωνικές θεωρίες της αυστριακής σχολής. Όμως ο Γκρόσμαν δεν υπήρξε μόνο ένας ριζοσπάστης κριτικός των θεωριών της εποχής του. Ο ίδιος δεν παρέλειψε να προτείνει το δικό του σχέδιο για μια μελλοντική αντιεξουσιαστική κοινωνι­κή οργάνωση, όπως αποδεικνύει το έργο που έγραψε το 1921 με τον τίτλο: Die Neuschöpfung der Gesellschaft durch den kommunistischen Anarchismus [Η αναδημιουργία της κοινωνίας μέσω του κομμουνιστικού αναρχισμού].

Άλλα γραπτά του Γκρόσμαν, εκτός απ’ αυτά που αναφέραμε παραπάνω, είναι τα εξής: William Godwin, der Theoretiker des kommunistischen Anarchismus [Γουίλλιαμ Γκόντγουιν, ο θεωρητικός του κομμουνιστικού αναρχισμού] (1907), Das anar­chistische Manifest [To αναρχικό μανιφέστο] (ένα γραπτό ενά­ντια στο Κομμουνιστικό μανιφέστο) (1907), Der Justizmord von Chicago [Η δικαστική δολοφονία του Σικάγου] (πάνω στην υπό­θεση Haymarket 1886/87) (1912), και Die Grundelemenle der philosophischen Weltanschauung Max Stirners [Τα βασικά στοιχεία της φιλοσοφικής κοσμοθεωρίας του Μαξ Στίρνερ], το οποίο εκδόθηκε μετά το θάνατό του από τους Kurt W. Fleming και Gerhard Senft.

Το 1992 ιδρύθηκε στη Βιέννη η Pierre-Ramus-Gesellschaft (Όμιλος Πιερ Ράμους) με σκοπό τη διάδοση και συζήτηση του έργου αυτού του εν πολλοίς λησμονημένου αληθινού ελευθεριακού επαναστάτη και στοχαστή.

 

Σ.τ.Μ.:

  1. Απόσπασμα από ένα γράμμα που έγραψε ο Γκρόσμαν από το στρατόπεδο προσφύγων στην Καζαμπλάνκα σε έναν Αμερικανό σύντροφό του στις 25 Οκτωβρίου 1940.
  2. Όπως αναφέρει ο Γκρόσμαν σε αυτή την πρώτη έκδοση, το ουσιαστικό περιεχόμενο του έργου γράφτηκε το 1916. Εν τούτοις αυτός δεν κατάφερε, προφανώς λόγω της κατ’ οίκον κράτησης, να εκδώσει το βιβλίο παρά μόνο τρία χρόνια μετά. Η παρούσα ελληνική έκδοση αποτελεί μετάφραση της δεύ­τερης συμπληρωμένης έκδοσης του 1926.

 

Μετάφραση: Γιάννης Καραπαπάς

 

Το βιογραφικό εμπεριέχεται στο βιβλίο του Πιέρ Ράμους «Η λανθασμένη θεωρία του μαρξισμού», σε ελληνική μετάφραση και επιμέλεια του Γιάννη Καραπαπά, από τις εκδόσεις Τροπή.