Όπως αναφέρθηκε στην ενότητα Α.3.3, οι περισσότεροι αναρχικοί θα συμφωνούσαν με τον καταστασιακό Ken Knabb, ο οποίος υποστηρίζει ότι «σε έναν απελευθερωμένο κόσμο οι υπολογιστές και άλλες σύγχρονες τεχνολογίες θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την εξάλειψη των επικίνδυνων ή βαρετών εργασιών, επιτρέποντας σε όλους να επικεντρωθούν σε πιο ενδιαφέρουσες δραστηριότητες». Προφανώς «ορισμένες τεχνολογίες – η πυρηνική ενέργεια είναι το πιο προφανές παράδειγμα – είναι πράγματι τόσο εξωφρενικά επικίνδυνες που αναμφίβολα θα πρέπει να τερματιστούν αμέσως. Πολλές άλλες βιομηχανίες που παράγουν παράλογα, παρωχημένα ή περιττά αγαθά θα σταματήσουν, φυσικά, αυτόματα με την εξαφάνιση των εμπορικών λογικών που τις στηρίζουν. Αλλά πολλές τεχνολογίες…, όσο κι αν σήμερα χρησιμοποιούνται καταχρηστικά, έχουν ελάχιστα ή και καθόλου εγγενή ελαττώματα. Είναι απλώς ζητούμενο να τις χρησιμοποιήσουμε πιο λογικά, να τις θέσουμε υπό λαϊκό έλεγχο, να εισάγουμε ορισμένες οικολογικές βελτιώσεις και να τις επανασχεδιάσουμε για κοινωνικούς και όχι για καπιταλιστικούς σκοπούς». [Public Secrets, σελ. 79 και σελ. 80] Έτσι, οι περισσότεροι οικοαναρχικοί βλέπουν τη χρήση της κατάλληλης τεχνολογίας ως το μέσο για τη δημιουργία μιας κοινωνίας που ζει σε ισορροπία με τη φύση.
Ωστόσο, μια μικρή αλλά ηχηρή μειοψηφία αυτοαποκαλούμενων πράσινων αναρχικών διαφωνεί. Συγγραφείς όπως ο John Zerzan, ο John Moore και ο David Watson έχουν εκθέσει ένα όραμα του αναρχισμού το οποίο, όπως ισχυρίζονται, στοχεύει στην κριτική κάθε μορφής εξουσίας και καταπίεσης. Αυτό συχνά αποκαλείται «αναρχο-πριμιτιβισμός», ο οποίος σύμφωνα με τον Moore, είναι απλώς «ένας συντομογραφικός όρος για ένα ριζοσπαστικό ρεύμα που ασκεί κριτική στο σύνολο του πολιτισμού από μια αναρχική σκοπιά και επιδιώκει να ξεκινήσει μια συνολική μεταμόρφωση της ανθρώπινης ζωής». [Primitivist Primer]
Ο τρόπος με τον οποίο εκφράζεται αυτό το ρεύμα είναι ποικίλος, με τα πιο ακραία στοιχεία να επιδιώκουν το τέλος όλων των μορφών τεχνολογίας, του καταμερισμού της εργασίας, της εξημέρωσης, της «προόδου», της εκβιομηχάνισης, αυτού που αποκαλούν «μαζική κοινωνία» και, για ορισμένους, ακόμη και της συμβολικής κουλτούρας (δηλαδή των αριθμών, της γλώσσας, του χρόνου και της τέχνης). Τείνουν να αποκαλούν «πολιτισμό» κάθε σύστημα που περιλαμβάνει αυτά τα χαρακτηριστικά και, κατά συνέπεια, στοχεύουν στην «καταστροφή του πολιτισμού». Το πόσο πίσω θέλουν να πάνε είναι ένα αμφιλεγόμενο σημείο. Ορισμένοι θεωρούν αποδεκτό το τεχνολογικό επίπεδο που υπήρχε πριν από τη Βιομηχανική Επανάσταση, ενώ πολλοί προχωρούν ακόμη παραπέρα και απορρίπτουν τη γεωργία και όλες τις μορφές τεχνολογίας εκτός από τις πιο βασικές. Γι’ αυτούς, η επιστροφή στην άγρια φύση, σε έναν τρόπο ζωής κυνηγών-τροφοσυλλεκτών, είναι ο μόνος τρόπος ύπαρξης της αναρχίας και απορρίπτουν την ιδέα ότι η κατάλληλη τεχνολογία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία μιας αναρχικής κοινωνίας βασισμένης στη βιομηχανική παραγωγή που ελαχιστοποιεί τις επιπτώσεις της στα οικοσυστήματα.
Έτσι βρίσκουμε το πριμιτιβιστικό περιοδικό «Green Anarchy» (Πράσινη Αναρχία) να υποστηρίζει ότι όσοι, όπως οι ίδιοι, «θέτουν ως προτεραιότητα τις αξίες της προσωπικής αυτονομίας ή της άγριας ύπαρξης έχουν λόγο να αντιτίθενται και να απορρίπτουν όλες τις οργανώσεις και τις κοινωνίες μεγάλης κλίμακας με το σκεπτικό ότι καθιστούν αναγκαία τον ιμπεριαλισμό, τη δουλεία και την ιεραρχία, ανεξάρτητα από τους σκοπούς για τους οποίους μπορεί να έχουν σχεδιαστεί». Αντιτίθενται στον καπιταλισμό καθώς είναι “η σημερινή κυρίαρχη εκδήλωση του πολιτισμού”. Ωστόσο, τονίζουν ότι «ο πολιτισμός και όχι ο καπιταλισμός αυτός καθαυτός, ήταν η γενεσιουργός αιτία του συστημικού αυταρχισμού, της υποχρεωτικής δουλείας και της κοινωνικής απομόνωσης. Ως εκ τούτου, μια επίθεση στον καπιταλισμό που δεν στοχεύει στον πολιτισμό δεν μπορεί ποτέ να καταργήσει τον θεσμοθετημένο καταναγκασμό που τροφοδοτεί την κοινωνία. Η προσπάθεια συλλογικοποίησης της βιομηχανίας με σκοπό τον εκδημοκρατισμό της είναι σαν να μην αναγνωρίζουμε ότι όλες οι οργανώσεις μεγάλης κλίμακας υιοθετούν μια κατεύθυνση και μια μορφή που είναι ανεξάρτητη από τις προθέσεις των μελών τους». Έτσι, υποστηρίζουν, οι γνήσιοι αναρχικοί πρέπει να αντιτάσσονται στη βιομηχανία και την τεχνολογία, διότι «οι ιεραρχικοί θεσμοί, η εδαφική επέκταση και η μηχανοποίηση της ζωής είναι όλα απαραίτητα για τη διοίκηση και τη λειτουργία της μαζικής παραγωγής».
Για τους πριμιτιβιστές, «μόνο μικρές κοινότητες αυταρκών ατόμων μπορούν να συνυπάρξουν με άλλα όντα, ανθρώπινα ή μη, χωρίς να τους επιβάλλουν την εξουσία τους». Τέτοιες κοινότητες θα μοιράζονταν βασικά χαρακτηριστικά με τις φυλετικές κοινωνίες, καθώς «για πάνω από το 99% της ανθρώπινης ιστορίας, οι άνθρωποι ζούσαν μέσα σε μικρές και ισότιμες διευρυμένες οικογενειακές διευθετήσεις, ενώ αντλούσαν τα προς το ζην απευθείας από τη γη». [Against Mass Society]
Ενώ τέτοιες φυλετικές κοινότητες, οι οποίες ζούσαν σε αρμονία με τη φύση και είχαν ελάχιστες ή καθόλου ιεραρχίες, θεωρούνται ως πηγή έμπνευσης, οι πριμιτιβιστές προσβλέπουν (για να χρησιμοποιήσουμε τον τίτλο ενός βιβλίου του John Zerzan) στο να δουν το «Πρωτόγονο Μέλλον». Όπως το θέτει ο John Moore, «το μέλλον που οραματίζεται ο αναρχο-πριμιτιβισμός… δεν έχει προηγούμενο. Αν και οι πρωτόγονοι πολιτισμοί παρέχουν νύξεις για το μέλλον, και αυτό το μέλλον μπορεί κάλλιστα να ενσωματώνει στοιχεία που προέρχονται από αυτούς τους πολιτισμούς, ένας αναρχο-πριμιτιβιστικός κόσμος θα είναι πιθανότατα αρκετά διαφορετικός από προηγούμενες μορφές αναρχίας». [Ό.π.]
Για τον πριμιτιβιστή, οι άλλες μορφές αναρχισμού είναι απλώς αυτοδιαχειριζόμενη αλλοτρίωση μέσα στο ίδιο ουσιαστικά βασικό σύστημα που υπομένουμε τώρα. Εξ ου και το σχόλιο του Moore ότι ο «κλασικός αναρχισμός» θέλει «να πάρει τον πολιτισμό, να αναδιαμορφώσει τις δομές του σε κάποιο βαθμό και να αφαιρέσει τις χειρότερες καταχρήσεις και καταπιέσεις του. Ωστόσο, το 99% της ζωής στον πολιτισμό παραμένει αμετάβλητο στα μελλοντικά τους σενάρια, ακριβώς επειδή οι πτυχές του πολιτισμού που αμφισβητούν είναι ελάχιστες… τα γενικά πρότυπα ζωής δεν θα άλλαζαν πάρα πολύ». Έτσι, «από την οπτική γωνία του αναρχοπριμιτιβισμού, όλες οι άλλες μορφές ριζοσπαστισμού εμφανίζονται ως ρεφορμιστικές, είτε θεωρούν τους εαυτούς τους επαναστατικούς είτε όχι». [Ό.π.]
Σε απάντηση, οι “κλασικοί αναρχικοί” επισημαίνουν τρία πράγματα. Πρώτον, ο ισχυρισμός ότι οι “χειρότερες καταχρήσεις και καταπιέσεις” αντιστοιχούν στο 1% της καπιταλιστικής κοινωνίας είναι απλώς ανοησία και, επιπλέον, κάτι με το οποίο θα συμφωνούσε ευχαρίστως ένας απολογητής αυτού του συστήματος. Δεύτερον, είναι προφανές από την ανάγνωση οποιουδήποτε “κλασικού” αναρχικού κειμένου ότι οι ισχυρισμοί του Moore είναι ανοησίες. Ο “κλασικός” αναρχισμός στοχεύει στο να μετασχηματίσει ριζικά την κοινωνία από πάνω προς τα κάτω, όχι να πειράξει δευτερεύουσες πτυχές της. Πιστεύουν πραγματικά οι πριμιτιβιστές ότι οι άνθρωποι που έκαναν τον κόπο να καταργήσουν τον καπιταλισμό θα συνέχιζαν απλώς να κάνουν το 99% των ίδιων πραγμάτων που έκαναν και πριν; Φυσικά και όχι. Με άλλα λόγια, δεν αρκεί να απαλλαγούμε από το αφεντικό, αν και αυτό είναι ένα απαραίτητο πρώτο βήμα! Τρίτον, και το πιο σημαντικό, το επιχείρημα του Moore εγγυάται ότι η νέα του κοινωνία θα ήταν αδύνατο να επιτευχθεί.
Έτσι, όπως γίνεται αντιληπτό, ο πριμιτιβισμός έχει ελάχιστη ή καμία σχέση με το παραδοσιακό αναρχικό κίνημα και τις ιδέες του. Τα οράματα των δύο είναι απλώς ασύμβατα, με τις ιδέες του δεύτερου να απορρίπτονται ως αυταρχικές από τον πρώτο και τους αναρχικούς να αμφισβητούν κατά πόσο ο πριμιτιβισμός είναι πρακτικός βραχυπρόθεσμα ή ακόμη και επιθυμητός μακροπρόθεσμα. Ενώ οι υποστηρικτές του πριμιτιβισμού αρέσκονται να τον παρουσιάζουν ως την πιο προηγμένη και ριζοσπαστική μορφή του αναρχισμού, άλλοι είναι λιγότερο πεπεισμένοι. Τον θεωρούν ως μια συγκεχυμένη ιδεολογία που παρασύρει τους οπαδούς της σε παράλογες θέσεις και, επιπλέον, είναι εντελώς ανεφάρμοστος. Θα συμφωνούσαν με τον Ken Knabb ότι ο πριμιτιβισμός έχει τις ρίζες του σε «φαντασιώσεις [οι οποίες] περιέχουν τόσες προφανείς αυτοαναιρέσεις που σχεδόν δεν είναι απαραίτητο να τις κριτικάρουμε λεπτομερώς. Έχουν αμφίβολη συνάφεια με τις πραγματικές κοινωνίες του παρελθόντος και ουσιαστικά καμία συνάφεια με τις σημερινές δυνατότητες. Ακόμη και αν υποθέσουμε ότι η ζωή ήταν καλύτερη σε κάποια προηγούμενη εποχή, πρέπει να ξεκινήσουμε από εκεί που βρισκόμαστε τώρα. Η σύγχρονη τεχνολογία είναι τόσο συνυφασμένη με όλες τις πτυχές της ζωής μας, ώστε δεν θα μπορούσε να διακοπεί απότομα χωρίς να προκληθεί παγκόσμιο χάος που θα εξαφάνιζε δισεκατομμύρια ανθρώπους». [Ό.π., σ. 79]
Ο λόγος γι’ αυτό είναι απλά ότι ζούμε σε ένα άκρως βιομηχανοποιημένο και διασυνδεδεμένο σύστημα στο οποίο οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν τις δεξιότητες που απαιτούνται για να ζήσουν σε μια κοινωνία κυνηγών-συλλεκτών ή ακόμη και σε μια αγροτική κοινωνία. Επιπλέον, είναι εξαιρετικά αμφίβολο ότι έξι δισεκατομμύρια άνθρωποι θα μπορούσαν να επιβιώσουν ως κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες ακόμη και αν είχαν τις απαραίτητες δεξιότητες. Όπως σημειώνει ο Μπράιαν Μόρις, «το μέλλον, μας λένε ότι θα είναι “πρωτόγονο”. Το πώς θα επιτευχθεί αυτό σε έναν κόσμο που σήμερα συντηρεί σχεδόν έξι δισεκατομμύρια ανθρώπους (γιατί τα στοιχεία δείχνουν ότι ο τρόπος ζωής των κυνηγών-τροφοσυλλεκτών είναι ικανός να συντηρήσει μόνο 1 ή 2 ανθρώπους ανά τετραγωνικό μίλι)» δεν μας το λένε οι πριμιτιβιστές όπως ο Zerzan. [“Anthropology and Anarchism”, σελ. 35-41, Anarchy: Α Journal of Desire Armed, no. 45, σελ. 38] Οι περισσότεροι αναρχικοί, επομένως, συμφωνούν με τη σύνοψη του Τσόμσκι ότι «δεν νομίζω ότι συνειδητοποιούν ότι αυτό που ζητούν είναι η μαζική γενοκτονία εκατομμυρίων ανθρώπων εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο η κοινωνία είναι τώρα δομημένη και οργανωμένη… Αν εξαλείψεις αυτές τις δομές, όλοι θα πεθάνουν… Και, αν δεν τα σκεφτεί κανείς αυτά τα πράγματα, δεν πρόκειται πραγματικά για κάτι σοβαρό».
Κάπως ειρωνικά, πολλοί υποστηρικτές του πριμιτιβισμού συμφωνούν με τους επικριτές του ότι η γη δεν θα ήταν σε θέση να υποστηρίξει έξι δισεκατομμύρια ανθρώπους που ζουν ως κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες. Αυτό, υποστηρίζουν οι επικριτές, θέτει στον πριμιτιβισμό ένα βασικό πρόβλημα, καθώς τα επίπεδα του πληθυσμού θα χρειαστούν χρόνο για να μειωθούν και έτσι κάθε “πριμιτιβιστική” εξέγερση αντιμετωπίζει δύο επιλογές. Είτε θα επέλθει μέσω κάποιου είδους κατάρρευσης του “πολιτισμού” είτε θα περιλαμβάνει μια μακρά μεταβατική περίοδο κατά την οποία ο “πολιτισμός” και οι βιομηχανικές του παρακαταθήκες θα παροπλιστούν με ασφάλεια, τα επίπεδα του πληθυσμού θα πέσουν φυσικά σε ένα κατάλληλο επίπεδο και οι άνθρωποι θα αποκτήσουν τις απαραίτητες δεξιότητες που απαιτούνται για τη νέα τους ύπαρξη.
Τα προβλήματα με την πρώτη επιλογή θα έπρεπε να είναι προφανή, αλλά, δυστυχώς, υποτιμάται από πολλούς πρωτογονιστές συγγραφείς. Ο Moore, για παράδειγμα, μιλάει για «όταν ο πολιτισμός καταρρεύσει» («με τη θέλησή του, με τις προσπάθειές μας ή με έναν συνδυασμό των δύο»). Αυτό υπονοεί μια εξαιρετικά ταχεία διαδικασία, η οποία επιβεβαιώνεται όταν μιλάει για την ανάγκη να δημιουργηθούν τώρα «θετικές εναλλακτικές λύσεις», καθώς «η κοινωνική αναστάτωση που προκαλείται από την κατάρρευση θα μπορούσε εύκολα να δημιουργήσει την ψυχολογική ανασφάλεια και το κοινωνικό κενό μέσα στο οποίο θα μπορούσαν να ανθίσουν ο φασισμός και άλλες ολοκληρωτικές δικτατορίες». [Ό.π.] Η κοινωνική αλλαγή που βασίζεται στην «κατάρρευση», την «ανασφάλεια» και την «κοινωνική αναστάτωση» δεν ακούγεται σαν συνταγή για μια επιτυχημένη επανάσταση.
Έπειτα, υπάρχουν τα δόγματα κατά της οργάνωσης που αναπτύσσονται από τον πριμιτιβισμό. Ο Moore είναι χαρακτηριστικός, ισχυριζόμενος ότι «οι οργανώσεις, για τους αναρχο-πριμιτιβιστές, είναι απλώς εκβιασμοί, συμμορίες για την τοποθέτηση μιας συγκεκριμένης ιδεολογίας στην εξουσία» και επαναλαμβάνει το επιχείρημα λέγοντας ότι οι πριμιτιβιστές υποστηρίζουν «την κατάργηση όλων των σχέσεων εξουσίας, συμπεριλαμβανομένου του κράτους… και κάθε είδους κόμματος ή οργάνωσης». [Ό.π.] Ωστόσο, χωρίς οργάνωση, καμία σύγχρονη κοινωνία δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει. Θα υπήρχε μια ολική και άμεση κατάρρευση που θα αντιμετώπιζε όχι μόνο μαζική πείνα αλλά και οικολογική καταστροφή, καθώς οι πυρηνικοί σταθμοί θα έλιωναν, τα βιομηχανικά απόβλητα θα διέρρεαν στο περιβάλλον, οι πόλεις και οι κωμοπόλεις θα παρακμάζανε και ορδές πεινασμένων ανθρώπων θα πάλευαν για όσα λαχανικά, φρούτα και ζώα θα μπορούσαν να βρουν στην ύπαιθρο. Είναι σαφές ότι ένα δόγμα κατά της οργάνωσης μπορεί να συμβιβαστεί μόνο με την ιδέα μιας σχεδόν εν μία νυκτί «κατάρρευσης» του πολιτισμού και όχι με μια σταθερή πρόοδο προς έναν μακροπρόθεσμο στόχο. Ομοίως, πόσες «θετικές εναλλακτικές λύσεις» θα μπορούσαν να υπάρξουν χωρίς οργάνωση;
Ο Moore απέρριψε κάθε κριτική που επισημαίνει ότι μια κατάρρευση θα προκαλούσε μαζική καταστροφή ως «απλή τακτική λάσπης», «περίεργες φαντασιοκοπίες που διαδίδονται από ορισμένους σχολιαστές εχθρικούς προς τον αναρχο-πριμιτιβισμό, οι οποίοι υπονοούν ότι τα επίπεδα πληθυσμού που οραματίζονται οι αναρχο-πριμιτιβιστές θα έπρεπε να επιτευχθούν με μαζικές εκκαθαρίσεις ή ναζιστικού τύπου στρατόπεδα θανάτου». Η «δέσμευση των αναρχο-πριμιτιβιστών για την κατάργηση όλων των σχέσεων εξουσίας… σημαίνει ότι μια τέτοια ενορχηστρωμένη δολοφονία παραμένει αδύνατη, καθώς και απλά φρικτή». [Ό.π.] Ωστόσο, κανένας κριτικός δεν υπονοεί ότι οι πριμιτιβιστές επιθυμούν μια τέτοια εξόντωση ή επιδιώκουν να την οργανώσουν. Επισημαίνουν απλώς ότι η κατάρρευση του πολιτισμού θα οδηγούσε σε μαζικούς θανάτους λόγω του γεγονότος ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν τις απαραίτητες δεξιότητες για να επιβιώσουν ούτε θα μπορούσε η Γη να παρέχει αρκετή τροφή σε έξι δισεκατομμύρια ανθρώπους που θα επιχειρούσαν να ζήσουν με ένα πρωτόγονο τρόπο. Άλλοι πριμιτιβιστές έχουν υποστηρίξει ότι μπορεί, δηλώνοντας ότι «δεν είναι δυνατόν και για τα έξι δισεκατομμύρια των σημερινών κατοίκων του πλανήτη να επιβιώσουν ως κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες, αλλά είναι δυνατόν για όσους δεν μπορούν, να καλλιεργήσουν τη δική τους τροφή σε σημαντικά μικρότερους χώρους… όπως έχει αποδειχθεί από την περμακουλτούρα, τη βιολογική κηπουρική και τις ιθαγενικές τεχνικές καλλιέργειας λαχανικών». [Against Mass Society] Δυστυχώς, δεν δόθηκαν στοιχεία που να αποδεικνύουν την αλήθεια αυτού του ισχυρισμού ούτε ότι οι άνθρωποι θα μπορούσαν να αναπτύξουν τις απαραίτητες δεξιότητες εγκαίρως, ακόμη και αν αυτό συνέβαινε. Μοιάζει ισχνή η ελπίδα να ρισκάρουμε τη μοίρα δισεκατομμυρίων ανθρώπων, ώστε η ανθρωπότητα να μπορέσει να καταστεί “άγρια” και να απαλλαγεί από τυραννίες όπως τα νοσοκομεία, τα βιβλία και ο ηλεκτρισμός.
Αντιμέτωποι με τη φρίκη που θα συνεπαγόταν μια τέτοια «κατάρρευση», όσοι πριμιτιβιστές έχουν σκεφτεί καλά το θέμα καταλήγουν να αποδέχονται την ανάγκη για μια μεταβατική περίοδο. Ο John Zerzan, για παράδειγμα, υποστηρίζει ότι «φαίνεται προφανές ότι η εκβιομηχάνιση και τα εργοστάσια δεν θα μπορούσαν να εξαλειφθούν αμέσως, αλλά εξίσου σαφές ότι η εξάλειψή τους πρέπει να επιδιωχθεί με όλο το σθένος που βρίσκεται πίσω από τη σφοδρότητα του ξεσπάσματος». Ακόμη και η ύπαρξη των πόλεων γίνεται αποδεκτή, διότι «η καλλιέργεια μέσα στις πόλεις είναι μια άλλη πτυχή της πρακτικής μετάβασης». [On the Transition: Postcript to Future Primitive]
Ωστόσο, η αποδοχή της αναγκαιότητας μιας μεταβατικής περιόδου δεν κάνει τίποτα περισσότερο από το να εκθέτει τις αντιφάσεις εντός του πριμιτιβισμού. Ο Zerzan σημειώνει ότι «τα μέσα αναπαραγωγής του επικρατούντος Πλοίου του Θανάτου ( δηλ. η τεχνολογία του) δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη διαμόρφωση ενός απελευθερωμένου κόσμου». Αναρωτιέται: «Τι θα κρατούσαμε; “Συσκευές εξοικονόμησης εργασίας”; Εκτός αν δεν συνεπάγονται καταμερισμό της εργασίας (π.χ. ένας μοχλός ή μια κεκλιμένη επιφάνεια), αυτή η έννοια είναι μια μυθοπλασία- πίσω από αυτή την “εξοικονόμηση” κρύβεται η συσσωρευμένη κοπιαστική δουλειά πολλών και η λεηλασία του φυσικού κόσμου». Το πώς αυτό είναι συμβατό με τη διατήρηση της «εκβιομηχάνισης και των εργοστασίων» για μια (μη καθορισμένη) περίοδο δεν είναι σαφές. Ομοίως, υποστηρίζει ότι «αντί για τον καταναγκασμό της εργασίας – και πόσα από όσα υπάρχουν σήμερα θα μπορούσαν να συνεχιστούν χωρίς αυτόν ακριβώς τον καταναγκασμό; – μια ύπαρξη χωρίς καταναγκασμούς είναι ένας άμεσος, βασικός στόχος». [Ό.π.] Το πώς αυτό είναι συμβατό με το επιχείρημα ότι η βιομηχανία θα διατηρηθεί για κάποιο χρονικό διάστημα δεν έχει απαντηθεί. Και αν η “δουλειά” συνεχιστεί, πώς αυτό είναι συμβατό με την τυπική πριμιτιβιστική απόρριψη του “παραδοσιακού” αναρχισμού, δηλαδή ότι η αυτοδιαχείριση είναι η διαχείριση της δικής μας αλλοτρίωσης και ότι κανείς δεν θα θέλει να δουλέψει σε ένα εργοστάσιο ή σε ένα ορυχείο και, επομένως, θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί καταναγκασμός για να τους αναγκάσει να το κάνουν; Η εργασία σε έναν αυτοδιαχειριζόμενο εργασιακό χώρο γίνεται με κάποιο τρόπο λιγότερο αποξενωτική και αυταρχική κατά τη διάρκεια μιας πρωτόγονης μετάβασης;
Είναι προφανές ότι το μέγεθος του ανθρώπινου πληθυσμού δεν μπορεί να μειωθεί σημαντικά με εθελοντικά μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Για να είναι βιώσιμος ο πριμιτιβισμός, τα επίπεδα του παγκόσμιου πληθυσμού πρέπει να μειωθούν κατά περίπου 90%. Αυτό σημαίνει ότι μια δραστική μείωση του πληθυσμού θα χρειαστεί δεκαετίες, αν όχι αιώνες, για να επιτευχθεί εθελοντικά. Δεδομένου ότι είναι απίθανο να αποφασίσουν (σχεδόν) όλοι στον πλανήτη να μην κάνουν παιδιά, αυτή η χρονική κλίμακα θα χρειαστεί σχεδόν σίγουρα αιώνες και έτσι η γεωργία και οι περισσότερες βιομηχανίες θα πρέπει να συνεχιστούν (και μια έξοδος από τις πόλεις θα ήταν αδύνατη άμεσα). Ομοίως, τα αξιόπιστα αντισυλληπτικά είναι προϊόν της σύγχρονης τεχνολογίας και, κατά συνέπεια, τα μέσα παραγωγής τους θα πρέπει να διατηρηθούν σε αυτό το χρονικό διάστημα – εκτός αν οι πριμιτιβιστές υποστηρίζουν ότι μαζί με την άρνηση να κάνουν παιδιά, οι άνθρωποι θα αρνηθούν να κάνουν και σεξ.
Υπάρχει και η κληρονομιά της βιομηχανικής κοινωνίας, η οποία δεν μπορεί να αφεθεί να παρακμάσει μόνη της. Για να πάρουμε μόνο ένα προφανές παράδειγμα, το να αφήσουμε τα πυρηνικά εργοστάσια να διαλυθούν δεν θα ήταν καθόλου φιλικό προς το περιβάλλον. Επιπλέον, είναι αμφίβολο ότι η άρχουσα ελίτ θα παραδώσει την εξουσία της χωρίς αντίσταση και, κατά συνέπεια, κάθε κοινωνική επανάσταση θα πρέπει να αμυνθεί απέναντι σε προσπάθειες επαναφοράς της ιεραρχίας. Είναι περιττό να πούμε ότι μια επανάσταση που θα απέφευγε κάθε οργάνωση και βιομηχανία ως εγγενώς αυταρχική δεν θα ήταν σε θέση να το κάνει αυτό (θα ήταν αδύνατο να παραχθούν οι απαραίτητες στρατιωτικές προμήθειες για την καταπολέμηση των φασιστικών δυνάμεων του Φράνκο κατά τη διάρκεια της Ισπανικής Επανάστασης, αν οι εργάτες δεν είχαν μετατρέψει και δεν είχαν χρησιμοποιήσει τους χώρους εργασίας τους για το σκοπό αυτό, για να αναφέρουμε ένα άλλο προφανές παράδειγμα).
Στη συνέχεια, υπάρχει μια άλλη, βασική αντίφαση. Διότι αν δεχτούμε ότι υπάρχει ανάγκη για μια μεταβατική διαδικασία από το “εδώ” στο “εκεί”, τότε ο πριμιτιβισμός αυτομάτως αποκλείει τον εαυτό του από την αναρχική παράδοση. Ο λόγος είναι απλός. Ο Moore ισχυρίζεται ότι η «μαζική κοινωνία» περιλαμβάνει «ανθρώπους που εργάζονται, ζουν σε τεχνητά, τεχνολογικά περιβάλλοντα και [υπόκεινται] σε μορφές εξαναγκασμού και ελέγχου». [Ό.π.] Έτσι, αν όσα υποστηρίζουν οι πριμιτιβιστές για την τεχνολογία, τη βιομηχανία και τη μαζική κοινωνία είναι όλα αλήθεια, τότε οποιαδήποτε πριμιτιβιστική μετάβαση θα ήταν, εξ ορισμού, μη ελευθεριακή. Αυτό συμβαίνει επειδή η «μαζική κοινωνία» θα πρέπει να παραμείνει για κάποιο χρονικό διάστημα (τουλάχιστον δεκαετίες, πιο πιθανό αιώνες) μετά από μια επιτυχημένη επανάσταση και, κατά συνέπεια, από μια πριμιτιβιστική οπτική γωνία, θα βασίζεται σε «μορφές εξαναγκασμού και ελέγχου». Υπάρχει μια ιδεολογία που διακηρύσσει την ανάγκη για ένα μεταβατικό σύστημα που θα βασίζεται στον εξαναγκασμό, τον έλεγχο και την ιεραρχία, το οποίο, με τον καιρό, θα εξαφανιστεί σε μια κοινωνία χωρίς κράτος. Επίσης, όπως και ο πριμιτιβισμός, τονίζει ότι η βιομηχανία και η οργάνωση μεγάλης κλίμακας είναι αδύνατη χωρίς ιεραρχία και εξουσία. Αυτή η ιδεολογία είναι ο μαρξισμός. Έτσι, φαίνεται ειρωνικό για τους “κλασικούς” αναρχικούς να ακούν αυτοαποκαλούμενους αναρχικούς να επαναλαμβάνουν τα επιχειρήματα του Ένγκελς εναντίον του Μπακούνιν ως επιχειρήματα υπέρ της “αναρχίας” (βλ. ενότητα Η.4 για μια συζήτηση των ισχυρισμών του Ένγκελς ότι η βιομηχανία αποκλείει την αυτονομία).
Έτσι, αν, όπως φαίνεται πιθανό, οποιαδήποτε μετάβαση θα χρειαστεί αιώνες για να επιτευχθεί, τότε η πριμιτιβιστική κριτική του “παραδοσιακού” αναρχισμού γίνεται όχι κάτι περισσότερο από ένα αστείο, αλλά και ένα εμπόδιο στην ουσιαστική αναρχική πρακτική και την κοινωνική αλλαγή. Αυτό δείχνει την αντίφαση στην καρδιά του πριμιτιβισμού. Ενώ οι υποστηρικτές του επιτίθενται σε άλλους αναρχικούς επειδή υποστηρίζουν την τεχνολογία, την οργάνωση, την αυτοδιαχείριση της εργασίας, την εκβιομηχάνιση και ούτω καθεξής, οι ίδιοι εξαρτώνται από τα πράγματα στα οποία αντιτίθενται ως μέρος οποιασδήποτε ανθρώπινης μετάβασης σε μια πριμιτιβιστική κοινωνία. Και δεδομένου του πάθους με το οποίο επιτίθενται σε άλλους αναρχικούς σε αυτά τα θέματα, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η όλη ιδέα μιας πριμιτιβιστικής μεταβατικής περιόδου φαίνεται αδύνατη σε άλλους αναρχικούς. Το να καταγγέλλεις την τεχνολογία και τον βιομηχανοκρατισμό ως εγγενώς αυταρχικούς και στη συνέχεια να γυρνάς και να υποστηρίζεις τη χρήση τους μετά από μια επανάσταση απλά δεν έχει νόημα από λογική ή ελευθεριακή άποψη.
Έτσι γίνεται αντιληπτό το βασικό πρόβλημα με τον πριμιτιβισμό. Δεν προσφέρει κανένα πρακτικό μέσο για την επίτευξη των στόχων του με ελευθεριακό τρόπο. Όπως συνοψίζει ο Knabb, «αυτό που ξεκινάει ως μια έγκυρη αμφισβήτηση της υπερβολικής πίστης στην επιστήμη και την τεχνολογία καταλήγει σε μια απελπισμένη και ακόμη λιγότερο δικαιολογημένη πίστη στην επιστροφή ενός αρχέγονου παραδείσου, συνοδευόμενη από μια αποτυχία να εμπλακεί στο σημερινό σύστημα με οποιονδήποτε άλλο τρόπο εκτός από μια αφηρημένη, αποκαλυπτική προσέγγιση». Για να αποφευχθεί αυτό, είναι απαραίτητο να λάβουμε υπόψη μας πού βρισκόμαστε τώρα και, κατά συνέπεια, θα πρέπει «να εξετάσουμε σοβαρά πώς θα αντιμετωπίσουμε όλα τα πρακτικά προβλήματα που θα τεθούν στο μεταξύ». [Ό.π., σ. 80 και σ. 79] Δυστυχώς, η πριμιτιβιστική ιδεολογία αποκλείει αυτή τη δυνατότητα απορρίπτοντας την αφετηρία από την οποία θα ξεκινούσε οποιαδήποτε πραγματική επανάσταση ως εγγενώς αυταρχική. Επιπλέον, [οι πριμιτιβιστές] αποκλείουν τη πραγματική κοινωνική αλλαγή βεβαιώνοντας ότι κανένα μαζικό κίνημα δεν θα ήταν ποτέ αρκετά επαναστατικό ώστε να ικανοποιεί τα κριτήριά τους:
«Εκείνοι που διακηρύσσουν περήφανα την “απόλυτη αντίθεσή” τους σε κάθε συμβιβασμό, σε κάθε εξουσία, σε κάθε οργάνωση, σε κάθε θεωρία, σε κάθε τεχνολογία κ.λπ., συνήθως αποδεικνύεται ότι δεν έχουν καμία επαναστατική προοπτική – καμία πρακτική αντίληψη για το πώς θα μπορούσε να ανατραπεί το σημερινό σύστημα ή πώς θα μπορούσε να λειτουργήσει μια μετεπαναστατική κοινωνία. Κάποιοι μάλιστα προσπαθούν να δικαιολογήσουν αυτή την έλλειψη δηλώνοντας ότι μια τυπική επανάσταση δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι αρκετά ριζοσπαστική για να ικανοποιήσει την αιώνια οντολογική επαναστατικότητά τους. Μια τέτοια πομφόλυγα για όλα ή τίποτα μπορεί να εντυπωσιάσει προσωρινά μερικούς θεατές, αλλά το τελικό της αποτέλεσμα είναι απλώς να κάνει τους ανθρώπους αδιάφορους». [Knabb, ό.π., σ. 31-32]
Στη συνέχεια, υπάρχει το ζήτημα των μέσων που προτείνονται για την επίτευξη του πριμιτιβισμού. Ο Moore υποστηρίζει ότι «το είδος του κόσμου που οραματίζεται ο αναρχο-πριμιτιβισμός είναι ένας κόσμος πρωτόγνωρος στην ανθρώπινη εμπειρία από την άποψη του βαθμού και των τύπων ελευθερίας που αναμένονται… οπότε δεν μπορεί να υπάρχουν όρια στις μορφές αντίστασης και εξέγερσης που θα μπορούσαν να αναπτυχθούν». [Ό.π.] Οι μη πριμιτιβιστές απαντούν λέγοντας ότι αυτό σημαίνει ότι οι πριμιτιβιστές δεν ξέρουν τι θέλουν ούτε πώς να φτάσουν εκεί. Ομοίως, τονίζουν ότι πρέπει να υπάρχουν όρια σε αυτό που θεωρείται αποδεκτό ως προς τις μορφές αντίστασης. Αυτό συμβαίνει επειδή τα μέσα διαμορφώνουν τους σκοπούς που δημιουργούνται και έτσι τα αυταρχικά μέσα θα οδηγήσουν σε αυταρχικούς σκοπούς. Οι τακτικές δεν είναι ουδέτερες και η υποστήριξη ορισμένων τακτικών προδίδει μια αυταρχική οπτική.
Αυτό μπορεί να διαπιστωθεί από το βρετανικό περιοδικό “Green Anarchist”, μέρος του ακραίου τμήματος του “Πριμιτιβισμού”. Λόγω της εγγενούς μη ελκυστικότητάς του για τους περισσότερους ανθρώπους, δεν θα μπορούσε ποτέ να προκύψει με ελευθεριακά μέσα (δηλαδή με την ελεύθερη επιλογή των ατόμων που τον δημιουργούν με τις δικές τους πράξεις) και έτσι δεν μπορεί να είναι αναρχικός, καθώς πολύ λίγοι άνθρωποι θα αγκάλιαζαν πραγματικά οικειοθελώς μια τέτοια κατάσταση. Αυτό οδήγησε το “Green Anarchist” να αναπτύξει μια μορφή οικολογικής πρωτοπορίας προκειμένου, για να χρησιμοποιήσουμε την έκφραση του Ρουσσώ, να «αναγκάσουν τους ανθρώπους να είναι ελεύθεροι». Αυτό εκφράστηκε όταν το περιοδικό υποστήριξε τις δράσεις και τις ιδέες του (μη αναρχικού) Unabomber και δημοσίευσε ένα άρθρο [“The Irrationalists” (Οι ανορθολογιστές)] ενός εκ των συντακτών του που ανέφερε ότι «οι βομβιστές της Οκλαχόμα είχαν τη σωστή ιδέα. Το κρίμα ήταν ότι δεν ανατίναξαν περισσότερα κυβερνητικά γραφεία… Η αίρεση του σαρίν στο Τόκιο είχε τη σωστή ιδέα. Το κρίμα ήταν ότι δοκιμάζοντας το αέριο ένα χρόνο πριν από την επίθεση, προδόθηκαν». [Green Anarchist, αρ. 51, σ. 11] Μια υπεράσπιση αυτών των παρατηρήσεων δημοσιεύτηκε στο επόμενο τεύχος και σε μια επακόλουθη ανταλλαγή επιστολών στο περιοδικό Anarchy: A Journal of Desire Armed που εδρεύει στις ΗΠΑ (αριθμοί 48 έως 52) είδαμε τον έτερο συντάκτη να δικαιολογεί αυτές τις αρρωστημένες, αυταρχικές ανοησίες ως απλά παραδείγματα «αδιαμεσολάβητης αντίστασης» που διεξάγεται «σε συνθήκες ακραίας καταστολής». Τι απέγινε η αναρχική αρχή ότι τα μέσα διαμορφώνουν τους σκοπούς; Επομένως, υπάρχουν “όρια” στις τακτικές, καθώς ορισμένες τακτικές δεν είναι και δεν μπορούν ποτέ να είναι ελευθεριακές.
Ωστόσο, λίγοι πριμιτιβιστές υιοθετούν μια τόσο ακραία θέση. Οι περισσότεροι “πρωτογονιστές” αναρχικοί αντί να είναι αντι-τεχνολογικοί και αντι-πολιτισμικοί ως τέτοιοι, αντιθέτως (για να χρησιμοποιήσω την έκφραση του David Watson) πιστεύουν ότι πρόκειται για την «επιβεβαίωση του τρόπου ζωής των ιθαγενών» και για μια πολύ πιο κριτική προσέγγιση σε θέματα όπως η τεχνολογία, ο ορθολογισμός και η πρόοδος από αυτή που υπάρχει στην Κοινωνική Οικολογία. Αυτοί οι οικο-αναρχικοί απορρίπτουν «έναν δογματικό πριμιτιβισμό που ισχυρίζεται ότι μπορούμε να επιστρέψουμε με κάποιο γραμμικό τρόπο στις αρχέγονες ρίζες μας», όπως και την ιδέα της “προόδου”, «ξεπερνώντας τις ιδέες και τις παραδόσεις τόσο του Διαφωτισμού όσο και του Αντιδιαφωτισμού. Γι’ αυτούς, ο πριμιτιβισμός «εκφράζει όχι μόνο μια ματιά στη ζωή πριν από την άνοδο του κράτους, αλλά και μια εύλογη αντίδραση στις πραγματικές συνθήκες της ζωής υπό τον πολιτισμό» και γι’ αυτό πρέπει να σεβόμαστε και να μαθαίνουμε από «παλαιολιθικές και νεολιθικές παραδόσεις σοφίας» (όπως αυτές που συνδέονται με τις φυλές των ιθαγενών της Αμερικής και άλλους ιθαγενείς λαούς). Ενώ «δεν μπορούμε και δεν θα θέλαμε να εγκαταλείψουμε τους κοσμικούς τρόπους σκέψης και εμπειρίας του κόσμου… δεν μπορούμε να περιορίσουμε την εμπειρία της ζωής και τα θεμελιώδη, αναπόφευκτα ερωτήματα σχετικά με το γιατί ζούμε και το πώς ζούμε, σε κοσμικούς όρους… Επιπλέον, τα όρια μεταξύ του πνευματικού και του κοσμικού δεν είναι τόσο σαφή. Μια διαλεκτική κατανόηση ότι είμαστε η ιστορία μας θα επιβεβαίωνε έναν εμπνευσμένο λόγο που τιμά όχι μόνο τους αθεϊστές Ισπανούς επαναστάτες που πέθαναν για το el ideal, αλλά και τους θρησκευόμενους ειρηνιστές φυλακισμένους συνείδησης, τους Ghost Dancers της φυλής Λακότα, τους ταοϊστές ερημίτες και τους εκτελεσμένους μυστικιστές Σούφι». [David Watson, Beyond Bookchin: Preface for a future social ecology, σ. 240, σ. 103, σ. 240 και σ. 66-67]
Ένας τέτοιος “πρωτογονιστικός” αναρχισμός συνδέεται με μια σειρά από περιοδικά, με έδρα, κυρίως, τις ΗΠΑ, όπως το Fifth Estate. Για παράδειγμα, σχετικά με το ζήτημα της τεχνολογίας, υποστηρίζουν ότι «ενώ ο καπιταλισμός της αγοράς ήταν η σπίθα που έβαλε τη φωτιά και παραμένει στο κέντρο του συμπλέγματος, είναι μόνο ένα μέρος κάτι ευρύτερου: της επιβεβλημένης προσαρμογής των οργανικών ανθρώπινων κοινωνιών σε έναν οικονομικό- μηχανικό πολιτισμό και τις μαζικές τεχνικές του, οι οποίες δεν είναι μόνο ιεραρχικές και εξωτερικές αλλά όλο και περισσότερο “κυτταρικές” και ενδογενείς. Δεν έχει νόημα να διαστρωματώσουμε τα διάφορα στοιχεία αυτής της διαδικασίας σε μια μηχανιστική ιεραρχία πρωταρχικής αιτίας και δευτερογενών αποτελεσμάτων». [Watson, ό.π., σελ. 127-8] Για το λόγο αυτό οι πριμιτιβιστές είναι πιο επικριτικοί απέναντι σε όλες τις πτυχές της τεχνολογίας, συμπεριλαμβανομένων των εκκλήσεων των κοινωνικών οικολόγων για τη χρήση της κατάλληλης τεχνολογίας που είναι απαραίτητη για την απελευθέρωση της ανθρωπότητας και του πλανήτη:
«Το να μιλάμε για τεχνολογική κοινωνία σημαίνει στην πραγματικότητα να αναφερόμαστε στις τεχνικές που παράγονται μέσα στον καπιταλισμό, οι οποίες με τη σειρά τους παράγουν νέες μορφές κεφαλαίου. Η ιδέα ενός διακριτού πεδίου κοινωνικών σχέσεων που καθορίζουν αυτή την τεχνολογία δεν είναι μόνο ανιστορική και αντιδιαλεκτική, αλλά αντανακλά και ένα είδος απλουστευτικού σχήματος βάσης/υπερδομής». [Watson, ό.π., σ. 124]
Συνεπώς, δεν είναι θέμα του ποιος χρησιμοποιεί την τεχνολογία που καθορίζει τα αποτελέσματά της, αλλά τα αποτελέσματα της τεχνολογίας καθορίζονται σε μεγάλο βαθμό από την κοινωνία που τη δημιουργεί. Με άλλα λόγια, επιλέγεται η τεχνολογία που τείνει να ενισχύει την ιεραρχική εξουσία, καθώς είναι οι έχοντες την εξουσία που επιλέγουν γενικά ποια τεχνολογία εισάγεται στην κοινωνία ( δεδομένου ότι οι καταπιεσμένοι άνθρωποι έχουν αυτή την εξαιρετική συνήθεια να στρέφουν την τεχνολογία εναντίον των ισχυρών , η τεχνολογική αλλαγή και ο κοινωνικός αγώνας είναι αλληλένδετοι – βλ. ενότητα Δ.10). Έτσι, ακόμη και η χρήση της κατάλληλης τεχνολογίας προϋποθέτει κάτι περισσότερο από την επιλογή μέσα από το φάσμα της διαθέσιμης τεχνολογίας, καθώς οι τεχνολογίες αυτές έχουν ορισμένα αποτελέσματα ανεξάρτητα από το ποιος τις χρησιμοποιεί. Αντίθετα, πρόκειται για την κριτική αξιολόγηση όλων των πτυχών της τεχνολογίας και την τροποποίησή της ή την απόρριψή της, εφόσον απαιτείται για τη μεγιστοποίηση της ατομικής ελευθερίας, της ενδυνάμωσης και της ευτυχίας. Ωστόσο, λίγοι Κοινωνικοί Οικολόγοι θα διαφωνούσαν με αυτή την προσέγγιση και οι διαφορές είναι συνήθως ζήτημα έμφασης και όχι βαθιάς πολιτικής τοποθέτησης.
Ωστόσο, λίγοι αναρχικοί πείθονται από μια ιδεολογία η οποία, όπως σημειώνει ο Brian Morris, απορρίπτει τα «τελευταία οκτώ χιλιάδες χρόνια της ανθρώπινης ιστορίας» ως τίποτα περισσότερο από μια πηγή «τυραννίας, ιεραρχικού ελέγχου, μηχανοποιημένης ρουτίνας που στερείται κάθε αυθορμητισμού. Όλα εκείνα τα προϊόντα της ανθρώπινης δημιουργικής φαντασίας – γεωργία, τέχνη, φιλοσοφία, τεχνολογία, επιστήμη, αστική ζωή, συμβολική κουλτούρα – αντιμετωπίζονται αρνητικά από τον Zerzan – με έναν μονολιθικό τρόπο». Αν και δεν υπάρχει κανένας λόγος να λατρεύουμε την πρόοδο, δεν υπάρχει εξίσου καμία ανάγκη να απορρίπτουμε όλες τις αλλαγές και την εξέλιξη εκ προοιμίου ως καταπιεστικές. Επίσης, δεν πείθονται από την «επιλεκτική διαλογή της ανθρωπολογικής βιβλιογραφίας» του Zerzan. [Ό.π., σ. 38] Οι περισσότεροι αναρχικοί θα συμφωνούσαν με τον Μάρεϊ Μπούκτσιν:
«Το οικολογικό κίνημα δεν θα αποκτήσει ποτέ πραγματική επιρροή ούτε θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στην κοινωνία, αν προωθεί ένα μήνυμα απόγνωσης αντί για ελπίδα, μια οπισθοδρομική και αδύνατη επιστροφή στους αρχέγονους ανθρώπινους πολιτισμούς, αντί για μια δέσμευση στην ανθρώπινη πρόοδο και σε μια μοναδική ανθρώπινη ενσυναίσθηση για τη ζωή στο σύνολό της… Πρέπει να ανακτήσουμε τις ουτοπικές παρορμήσεις, την αισιοδοξία, την εκτίμηση του τι είναι καλό, τι αξίζει να διασωθεί από τον πολιτισμό του παρελθόντος, καθώς και τι πρέπει να απορριφθεί, αν το οικολογικό κίνημα πρόκειται να διαδραματίσει μετασχηματιστικό και δημιουργικό ρόλο στις ανθρώπινες υποθέσεις. Γιατί χωρίς να αλλάξουμε την κοινωνία, δεν θα αλλάξουμε την οικολογικά καταστροφική κατεύθυνση προς την οποία κινείται ο καπιταλισμός». [The Ecology of Freedom, σ. 63]
Επιπλέον, η άποψη του «γυρίσματος του ρολογιού προς τα πίσω» είναι βαθιά λανθασμένη, διότι ενώ ορισμένες κοινωνίες των ιθαγενών ήταν ιδιαίτερα αναρχίζουσες, δεν ήταν όλες έτσι. Όπως επισημαίνει ο αναρχικός ανθρωπολόγος David Graeber, «δεν ξέρουμε σχεδόν τίποτα σχετικά με το πώς ήταν στην παλαιολιθική εποχή, εκτός από το είδος των πραγμάτων που μπορούν να εξαχθούν από τη μελέτη πολύ παλαιών κρανίων… Αλλά αυτό που βλέπουμε στα πιο πρόσφατα εθνογραφικά αρχεία είναι μια ατελείωτη ποικιλία. Υπήρχαν κοινωνίες κυνηγών-τροφοσυλλεκτών με ευγενείς και δούλους, υπάρχουν αγροτικές κοινωνίες που είναι έντονα ισότιμες. Ακόμα και στον… Αμαζόνιο, βρίσκει κανείς κάποιες ομάδες που μπορούν δικαίως να χαρακτηριστούν ως αναρχικές, όπως οι Piaroa, να ζουν μαζί με άλλες (ας πούμε, τους πολεμοχαρείς Sherentre, που είναι ξεκάθαρα κάθε άλλο παρά τέτοιες». [Fragments of an An Anarchist Anthropology, σελ. 53-4] Ακόμα και αν υποθέσουμε, όπως ο Zerzan, ότι αν πάμε αρκετά πίσω θα βρούμε όλη την ανθρωπότητα σε αναρχικές φυλές, το γεγονός παραμένει ότι ορισμένες από αυτές τις κοινωνίες εξελίχθηκαν σε κρατικιστικές, ιδιοκτησιακές, υπονοώντας ότι μια μελλοντική αναρχική κοινωνία που θα εμπνέεται κυρίως από και θα προσπαθεί να αναπαράγει βασικά στοιχεία προϊστορικών μορφών αναρχίας δεν είναι η απάντηση, καθώς ο “πολιτισμός” μπορεί να δημιουργηθεί ξανά λόγω των ίδιων κοινωνικών ή περιβαλλοντικών παραγόντων.
Ο πριμιτιβισμός συγχέει δύο ριζικά διαφορετικές θέσεις, δηλαδή την υποστήριξη μιας κυριολεκτικής επιστροφής σε πρωτόγονους τρόπους ζωής και τη χρήση παραδειγμάτων από την πρωτόγονη ζωή ως εργαλείο κοινωνικής κριτικής. Λίγοι αναρχικοί θα διαφωνούσαν με τη δεύτερη θέση, καθώς αναγνωρίζουν ότι το σύγχρονο δεν σημαίνει ότι είναι και καλύτερο και, κατά συνέπεια, οι πολιτισμοί και οι κοινωνίες του παρελθόντος μπορεί να έχουν θετικές (αλλά και αρνητικές) πτυχές που μπορούν να ρίξουν φως στο πώς θα μπορούσε να είναι μια πραγματικά ανθρώπινη κοινωνία. Ομοίως, αν ο “πρωτογονισμός” περιελάμβανε απλώς την αμφισβήτηση της τεχνολογίας μαζί με την εξουσία, λίγοι θα διαφωνούσαν. Ωστόσο, αυτή η εύλογη θέση είναι, κατά κύριο λόγο, ενταγμένη στην πρώτη, την ιδέα ότι μια αναρχική κοινωνία θα σήμαινε μια κυριολεκτική επιστροφή στην κοινωνία των κυνηγών-τροφοσυλλεκτών. Το ότι αυτό συμβαίνει μπορεί να φανεί από τα κείμενα των πριμιτιβιστών (ορισμένοι πριμιτιβιστές λένε ότι δεν προτείνουν τη Λίθινη Εποχή ως πρότυπο για την επιθυμητή κοινωνία τους ούτε την επιστροφή στη τροφοσυλλογή και το κυνήγι, ωστόσο φαίνεται να αποκλείουν κάθε άλλη επιλογή με την κριτική τους).
Έτσι, το να υποθέσουμε ότι ο πριμιτιβισμός είναι απλώς μια κριτική ή ένα είδος “αναρχικής εικασίας” (για να χρησιμοποιήσουμε τον όρο του John Moore) φαίνεται δύσκολα πιστευτό. Αν δαιμονοποιείς την τεχνολογία, την οργάνωση, τη “μαζική κοινωνία” και τον “πολιτισμό” ως εγγενώς αυταρχικά, δεν μπορείς να γυρίσεις και να υποστηρίξεις τη χρήση τους σε μια μεταβατική περίοδο ή ακόμη και σε μια ελεύθερη κοινωνία. Ως εκ τούτου, η κριτική υποδεικνύει έναν τρόπο δράσης και ένα όραμα μιας ελεύθερης κοινωνίας και το να υποστηρίζεις το αντίθετο είναι απλώς αμφισβητήσιμο. Εξίσου, αν επαινείς τις ομάδες τροφοσυλλεκτών και τις μετακινούμενες φυτοκομικές κοινότητες του παρελθόντος και του παρόντος ως πρότυπα αναρχίας, τότε οι επικριτές δικαιούνται να συμπεράνουν ότι οι πριμιτιβιστές επιθυμούν ένα παρόμοιο σύστημα για το μέλλον. Αυτό ενισχύεται από την κριτική της βιομηχανίας, της τεχνολογίας, της “μαζικής κοινωνίας” και της γεωργίας.
Μέχρις ότου οι “πρωτογονιστές” δηλώσουν ξεκάθαρα σε ποια από τις δύο μορφές πριμιτιβισμού ανήκουν, οι άλλοι αναρχικοί δεν θα παίρνουν τις ιδέες τους τόσο σοβαρά. Δεδομένου ότι αδυνατούν να απαντήσουν σε τόσο βασικά ερωτήματα όπως το πώς σκοπεύουν να απενεργοποιήσουν τη βιομηχανία με ασφάλεια και να αποφύγουν τη μαζική πείνα χωρίς τον εργατικό έλεγχο, τους διεθνείς δεσμούς και την ομοσπονδιακή οργάνωση που συνηθίζουν να απορρίπτουν ασυζητητί ως νέες μορφές “διακυβέρνησης”, οι άλλοι αναρχικοί δεν τρέφουν πολλές ελπίδες ότι αυτό θα συμβεί σύντομα. Τελικά, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το γεγονός ότι μια επανάσταση θα ξεκινήσει στην κοινωνία όπως είναι. Ο αναρχισμός το αναγνωρίζει αυτό και προτείνει ένα μέσο για τον μετασχηματισμό της. Ο πριμιτιβισμός αποφεύγει τέτοια δευτερεύοντα προβλήματα και, κατά συνέπεια, έχει ελάχιστα να προτείνει στα μάτια των περισσότερων αναρχικών.
Αυτό δεν σημαίνει, φυσικά, ότι οι μη πριμιτιβιστές αναρχικοί πιστεύουν ότι όλοι σε μια ελεύθερη κοινωνία πρέπει να έχουν το ίδιο επίπεδο τεχνολογίας. Κάθε άλλο. Μια αναρχική κοινωνία θα βασιζόταν στον ελεύθερο πειραματισμό. Διαφορετικά άτομα και ομάδες θα επιλέγουν τον τρόπο ζωής που τους ταιριάζει καλύτερα. Εκείνοι που επιθυμούν λιγότερο τεχνολογικούς τρόπους ζωής θα είναι ελεύθεροι να το κάνουν, όπως και εκείνοι που θέλουν να εφαρμόσουν τα οφέλη των (κατάλληλων) τεχνολογιών. Ομοίως, όλοι οι αναρχικοί υποστηρίζουν τους αγώνες εκείνων που βρίσκονται στον αναπτυσσόμενο κόσμο ενάντια στην επίθεση του (καπιταλιστικού) πολιτισμού και τις απαιτήσεις της (καπιταλιστικής) προόδου.
Για περισσότερα σχετικά με τον “πρωτογονιστικό” αναρχισμό δείτε το Future Primitive του John Zerzan καθώς και τα βιβλία Beyond Bookchin και Against the Mega-Machine του David Watson. Το δοκίμιο του Ken Knabb, The Poverty of Primitivism είναι μια εξαιρετική κριτική του πριμιτιβισμού, όπως και το Anarchism vs. Primitivism του Brian Oliver Sheppard.