Υπάρχουν στοχαστές που βρίσκονται κοντά στον αναρχισμό;

Ναι, υπάρχουν πολυάριθμοι στοχαστές που βρίσκονται κοντά στον αναρχισμό. Προέρχονται τόσο από τη φιλελεύθερη όσο και από τη σοσιαλιστική παράδοση. Αν και αυτό μπορεί να θεωρηθεί ως έκπληξη, δεν είναι. Ο αναρχισμός έχει δεσμούς και με τα δύο ιδεολογικά ρεύματα. Προφανώς οι ατομικιστές αναρχικοί είναι πιο κοντά στη φιλελεύθερη παράδοση, ενώ οι κοινωνικοί αναρχικοί είναι πιο κοντά στη σοσιαλιστική.

Πράγματι, όπως το έθεσε ο Νίκολας Ουώλτερ, «ο αναρχισμός μπορεί να θεωρηθεί ως εξέλιξη είτε του φιλελευθερισμού είτε του σοσιαλισμού, είτε τόσο του φιλελευθερισμού όσο και του σοσιαλισμού. Όπως και οι φιλελεύθεροι, οι αναρχικοί θέλουν την ελευθερία- όπως και οι σοσιαλιστές, οι αναρχικοί θέλουν την ισότητα». Ωστόσο, «ο αναρχισμός δεν είναι απλώς ένα μείγμα φιλελευθερισμού και σοσιαλισμού… διαφέρουμε θεμελιωδώς από αυτούς». [About Anarchism, σελ. 29 και σελ. 31] Σε αυτό απηχεί τα σχόλια του Ρόκερ στο Anarcho-Syndicalism. Και αυτό μπορεί να είναι ένα χρήσιμο εργαλείο για να βλέπουμε τους δεσμούς μεταξύ του αναρχισμού και άλλων θεωριών, ωστόσο πρέπει να τονιστεί ότι ο αναρχισμός προσφέρει μια αναρχική κριτική τόσο του φιλελευθερισμού όσο και του σοσιαλισμού και δεν πρέπει να υποβιβάζουμε τη μοναδικότητα του αναρχισμού σε σχέση με άλλες φιλοσοφίες.

Η ενότητα Α.4.2 εξετάζει τους φιλελεύθερους στοχαστές που βρίσκονται κοντά στον αναρχισμό, ενώ η ενότητα Α.4.3 υπογραμμίζει τους σοσιαλιστές που βρίσκονται κοντά στον αναρχισμό. Υπάρχουν ακόμη και μαρξιστές που εισάγουν ελευθεριακές ιδέες στην πολιτική τους και αυτοί συζητούνται στην ενότητα Α.4.4. Και, φυσικά, υπάρχουν στοχαστές που δεν μπορούν να κατηγοριοποιηθούν τόσο εύκολα και θα συζητηθούν εδώ.

Ο οικονομολόγος Ντέιβιντ Έλερμαν έχει εκπονήσει ένα εντυπωσιακό έργο υποστηρίζοντας τη δημοκρατία στο εργασιακό περιβάλλον. Συνδέοντας ρητά τις ιδέες του με τους πρώιμους Βρετανούς Ρικαρδιανούς σοσιαλιστές και τον Προυντόν, σε έργα όπως το The Democratic Worker-Owned Firm (Η δημοκρατική επιχείρηση υπό εργατική διαχείριση) και το Property and Contract in Economics (Η ιδιοκτησία και το συμβόλαιο στα οικονομικά), παρουσίασε μια υπεράσπιση της αυτοδιαχείρισης ενάντια στον καπιταλισμό, τόσο με βάση τα δικαιώματα όσο και με βάση την εργατική κυριότητα. Υποστηρίζει ότι «οι σημερινοί οικονομικοί δημοκράτες είναι οι νέοι καταργητές(abolitionists) που προσπαθούν να καταργήσουν ολόκληρο τον θεσμό της ενοικίασης ανθρώπων υπέρ της δημοκρατικής αυτοδιαχείρισης στον εργασιακό χώρο», διότι «η κριτική του δεν είναι καινούργια- αναπτύχθηκε στο πλαίσιο του Διαφωτισμού, με το δόγμα των αναφαίρετων δικαιωμάτων. Εφαρμόστηκε από τους καταργητές ενάντια στην εθελοντική σύμβαση αυτουποδούλωσης και από τους πολιτικούς δημοκράτες ενάντια στην εθελοντική αντισυμβατική υπεράσπιση της μη δημοκρατικής κυβέρνησης». [The Democratic Worker-Owned Firm, σελ. 210] Όποιος, όπως και οι αναρχικοί, ενδιαφέρεται για τους παραγωγικούς συνεταιρισμούς ως εναλλακτικές λύσεις στη μισθωτή δουλεία θα βρει στο έργο του τεράστιο ενδιαφέρον.

Ο Έλερμαν δεν είναι ο μόνος που τονίζει τα οφέλη της συνεργασίας. Το σημαντικό έργο του Άλφι Κον σχετικά με τα οφέλη της συνεργασίας βασίζεται στις μελέτες του Κροπότκιν για την αλληλοβοήθεια και, κατά συνέπεια, ενδιαφέρει τους κοινωνικούς αναρχικούς. Στο βιβλίο No Contest: the case against competition (Χωρίς διαμάχη: η υπόθεση ενάντια στον ανταγωνισμό) και Punished by Rewards (Τιμωρία με ανταμοιβές), ο Κον εξετάζει (με εκτενή εμπειρικά στοιχεία) τις αδυναμίες και τις αρνητικές επιπτώσεις του ανταγωνισμού σε όσους τον υφίστανται. Στα έργα του πραγματεύεται τόσο οικονομικά όσο και κοινωνικά ζητήματα και αποδεικνύει ότι ο ανταγωνισμός δεν είναι αυτό που παρουσιάζεται.

Στο πλαίσιο της φεμινιστικής θεωρίας, η Κάρολ Πέιτμαν είναι η κατεξοχήν ελευθεριακά επηρεασμένη στοχαστής. Ανεξάρτητα από τον Έλερμαν, η Πέιτμαν παρήγαγε ένα ισχυρό επιχείρημα υπέρ της αυτοδιαχειριζόμενης ένωσης τόσο στον εργασιακό χώρο όσο και στην κοινωνία στο σύνολό της. Βασιζόμενη σε μια ελευθεριακή ανάλυση των επιχειρημάτων του Ρουσσώ, η ανάλυσή της για τη θεωρία των συμβολαίων είναι πρωτοποριακή. Αν πρέπει να αποδοθεί ένας θεματικός άξονας στο έργο της Πέιτμαν, αυτός θα μπορούσε να είναι η ελευθερία και το τι σημαίνει να είσαι ελεύθερος. Για την ίδια, η ελευθερία μπορεί να θεωρηθεί μόνο ως αυτοδιάθεση και, κατά συνέπεια, ως απουσία υποταγής. Κατά συνέπεια, έχει υποστηρίξει μια συμμετοχική μορφή δημοκρατίας από το πρώτο της μεγάλο έργο, Participation and Democratic Theory (Συμμετοχικότητα και δημοκρατική θεωρία), και μετά. Σε αυτό το βιβλίο, μια πρωτοποριακή μελέτη για τη συμμετοχική δημοκρατία, εξέθεσε τους περιορισμούς της φιλελεύθερης δημοκρατικής θεωρίας, ανέλυσε τα έργα των Ρουσσώ, Μιλ και Κόουλ και παρουσίασε εμπειρικά στοιχεία σχετικά με τα οφέλη της συμμετοχής για τα εμπλεκόμενα άτομα.

Στο βιβλίο με τίτλο The Problem of Political Obligation (Το πρόβλημα της πολιτικής υποχρέωσης), η Πέιτμαν εξετάζει τα “φιλελεύθερα” επιχειρήματα για την ελευθερία και τα βρίσκει ανεπαρκή. Για τον φιλελεύθερο, ένα άτομο πρέπει να συναινέσει στο να κυβερνηθεί από κάποιον άλλο, αλλά αυτό εγείρει το “πρόβλημα” ότι μπορεί να μη συναινέσει και, μάλιστα, μπορεί να μην έχει συναινέσει ποτέ. Έτσι, το φιλελεύθερο κράτος θα στερούνταν δικαιολόγησης. Εμβαθύνει την ανάλυσή της για να διερωτηθεί γιατί η ελευθερία πρέπει να εξισώνεται με τη συναίνεση στο να κυβερνάται κανείς και προτείνει μια συμμετοχική δημοκρατική θεωρία στην οποία οι άνθρωποι λαμβάνουν συλλογικά τις δικές τους αποφάσεις (μια αυτοαναλαμβανόμενη υποχρέωση απέναντι στους συμπολίτες σου και όχι απέναντι σε ένα κράτος). Αναφερόμενη στον Κροπότκιν, έδειξε ότι έχει επίγνωση της κοινωνικής αναρχικής παράδοσης με την οποία προφανώς συνδέεται η δική της θεωρία.

Η Πέιτμαν βασίζεται σε αυτή την ανάλυση στο βιβλίο της The Sexual Contract (Το έμφυλο συμβόλαιο), όπου αναλύει τον σεξισμό της κλασικής φιλελεύθερης και δημοκρατικής θεωρίας. Αναλύει την αδυναμία αυτού που αποκαλείται “συμβολαιακή” θεωρία (κλασικός φιλελευθερισμός και δεξιός “φιλελευθερισμός”) και δείχνει πώς οδηγεί όχι σε ελεύθερες ενώσεις αυτοδιοικούμενων ατόμων, αλλά μάλλον σε κοινωνικές σχέσεις που βασίζονται στην εξουσία, την ιεραρχία και τη δύναμη, στις οποίες λίγοι κυβερνούν τους πολλούς. Η ανάλυσή της για το κράτος, τον γάμο και τη μισθωτή εργασία είναι βαθιά ελευθεριακή, δείχνοντας ότι η ελευθερία πρέπει να σημαίνει κάτι περισσότερο από τη συναίνεση να κυβερνάται κανείς. Αυτό είναι το παράδοξο του καπιταλιστικού φιλελευθερισμού, διότι ένα άτομο υποτίθεται ότι είναι ελεύθερο προκειμένου να συναινέσει σε ένα συμβόλαιο, αλλά μόλις μπει σε αυτό αντιμετωπίζει την πραγματικότητα της υποταγής στις αποφάσεις κάποιου άλλου (βλ. ενότητα Α.4.2 για περαιτέρω ανάλυση).

Οι ιδέες της αμφισβητούν ορισμένες από τις βασικές πεποιθήσεις του δυτικού πολιτισμού σχετικά με την ατομική ελευθερία και οι κριτικές της απέναντι στους σημαντικότερους πολιτικούς φιλοσόφους του Διαφωτισμού είναι ισχυρές και πειστικές. Υπονοείται μια κριτική όχι μόνο της συντηρητικής και της φιλελεύθερης παράδοσης, αλλά και της πατριαρχίας και της ιεραρχίας που εμπεριέχεται στην Αριστερά. Εκτός από αυτά τα έργα, διατίθεται και μια συλλογή δοκιμίων της με τίτλο The Disorder of Women (Η αταξία των γυναικών).

Στο πλαίσιο του λεγόμενου κινήματος “κατά της παγκοσμιοποίησης” η Ναόμι Κλάιν δείχνει να έχει επίγνωση των ελευθεριακών ιδεών και το ίδιο της το έργο έχει μια ελευθεριακή κατεύθυνση (το αποκαλούμε “λεγόμενο” καθώς τα μέλη του είναι διεθνιστές, επιδιώκοντας μια παγκοσμιοποίηση από τα κάτω και όχι μια παγκοσμιοποίηση που επιβάλλεται από τα πάνω, από και για λίγους). Έγινε για πρώτη φορά γνωστή ως συγγραφέας του βιβλίου No Logo (Χωρίς λογότυπο), το οποίο καταγράφει την ανάπτυξη του καταναλωτικού καπιταλισμού, αποκαλύπτοντας τη σκοτεινή πραγματικότητα πίσω από τις γυαλιστερές μάρκες του καπιταλισμού και, το σημαντικότερο, αναδεικνύοντας την αντίσταση σε αυτόν. Καθόλου αποστασιοποιημένη ακαδημαϊκός, συμμετέχει ενεργά στο κίνημα για το οποίο κάνει αναφορά στο Fences and Windows (Φράχτες και παράθυρα), μια συλλογή δοκιμίων για την παγκοσμιοποίηση, τις συνέπειές της και το κύμα διαμαρτυρίας εναντίον της.

Τα άρθρα της Κλάιν είναι καλογραμμένα και συναρπαστικά, καλύπτοντας την πραγματικότητα του σύγχρονου καπιταλισμού, το χάσμα, όπως το θέτει η ίδια, «ανάμεσα στους πλούσιους και την εξουσία αλλά και ανάμεσα στη ρητορική και την πραγματικότητα, ανάμεσα σε αυτά που λέγονται και σε αυτά που γίνονται. Μεταξύ των υποσχέσεων της παγκοσμιοποίησης και των πραγματικών αποτελεσμάτων της». Δείχνει πώς ζούμε σε έναν κόσμο όπου η αγορά (δηλαδή το κεφάλαιο) γίνεται πιο “ελεύθερη”, ενώ οι άνθρωποι υποφέρουν από αυξημένη κρατική εξουσία και καταστολή. Πώς ένας μη εκλεγμένος πρόεδρος της Αργεντινής χαρακτηρίζει τις λαϊκές συνελεύσεις της χώρας αυτής «αντιδημοκρατικές». Πώς η ρητορική περί ελευθερίας χρησιμοποιείται ως εργαλείο για την υπεράσπιση και την αύξηση της ιδιωτικής εξουσίας (όπως μας υπενθυμίζει, «πάντα λείπει από τη συζήτηση [για την παγκοσμιοποίηση] το ζήτημα της εξουσίας. Πολλές από τις συζητήσεις που έχουμε για τη θεωρία της παγκοσμιοποίησης αφορούν στην πραγματικότητα την εξουσία: ποιος την κατέχει, ποιος την ασκεί και ποιος την συγκαλύπτει, προσποιούμενος ότι δεν έχει πλέον σημασία»). [Fences and Windows, σ. 83-4 και σ. 83]

Και πώς οι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο αντιστέκονται. Όπως λέει η ίδια, «πολλοί [στο κίνημα] έχουν κουραστεί να μιλάνε για αυτούς και για εκείνους. Απαιτούν μια πιο άμεση μορφή πολιτικής συμμετοχής». Αναφέρεται σε ένα κίνημα στο οποίο συμμετέχει, ένα κίνημα που στοχεύει σε μια παγκοσμιοποίηση από τα κάτω, μια παγκοσμιοποίηση «θεμελιωμένη στις αρχές της διαφάνειας, της λογοδοσίας και της αυτοδιάθεσης, μια παγκοσμιοποίηση που απελευθερώνει τους ανθρώπους αντί να απελευθερώνει το κεφάλαιο». Αυτό σημαίνει ότι είναι αντίθετη σε μια «παγκοσμιοποίηση με γνώμονα τις επιχειρήσεις… που συγκεντρώνει την εξουσία και τον πλούτο σε όλο και λιγότερα χέρια», ενώ παρουσιάζει μια εναλλακτική λύση που αφορά «την αποκέντρωση της εξουσίας και την οικοδόμηση της δυνατότητας λήψης αποφάσεων με βάση την κοινότητα – είτε μέσω συνδικάτων, γειτονιών, αγροκτημάτων, χωριών, αναρχικών συλλογικοτήτων ή αυτοδιοίκησης των ιθαγενών». Όλα αυτά αποτελούν ισχυρές αναρχικές αρχές και, όπως και οι αναρχικοί, θέλει οι άνθρωποι να διαχειρίζονται μόνοι τους τις υποθέσεις τους και καταγράφει το χρονικό των προσπαθειών ανά τον κόσμο να κάνουν ακριβώς αυτό (πολλές από τις οποίες, όπως σημειώνει η Κλάιν, είναι αναρχικές ή επηρεασμένες από αναρχικές ιδέες, άλλοτε εν γνώσει τους, άλλοτε όχι). [Ό.π., σ. 77, σ. 79 και σ. 16].

Παρότι δεν είναι αναρχική, γνωρίζει ότι η πραγματική αλλαγή έρχεται από τα κάτω, από την αυτοδραστηριότητα των ανθρώπων της εργατικής τάξης που αγωνίζονται για έναν καλύτερο κόσμο. Η αποκέντρωση της εξουσίας αποτελεί βασική ιδέα του βιβλίου. Όπως το θέτει, ο «στόχος» των κοινωνικών κινημάτων που περιγράφει δεν είναι «να πάρουν την εξουσία για τον εαυτό τους, αλλά να αμφισβητήσουν τον συγκεντρωτισμό της εξουσίας επί της αρχής» και έτσι να δημιουργήσουν «μια νέα κουλτούρα ζωντανής άμεσης δημοκρατίας… μια κουλτούρα που τροφοδοτείται και ενισχύεται από την άμεση συμμετοχή». Δεν παροτρύνει το κίνημα να επενδύσει στον εαυτό του με νέους ηγέτες και ούτε πιστεύει (όπως η Αριστερά) ότι η εκλογή μερικών ηγετών που θα παίρνουν αποφάσεις για εμάς ισοδυναμεί με “δημοκρατία” («ο στόχος δεν είναι καλύτεροι εξ αποστάσεως κανόνες και εξουσιαστές, αλλά δημοκρατία από κοντά και επί τόπου»). Η Κλάιν, λοιπόν, φτάνει στην καρδιά του προβλήματος. Η πραγματική κοινωνική αλλαγή βασίζεται στην ενδυνάμωση της βάσης, «στην επιθυμία για αυτοδιάθεση, οικονομική βιωσιμότητα και συμμετοχική δημοκρατία». Δεδομένων των παραπάνω, η Κλάιν έχει παρουσιάσει τις ελευθεριακές ιδέες σε ένα ευρύ αναγνωστικό κοινό. [Ό.π., σ. xxvi, σ. xxvi-xxvii, σ. 245 και σ. 233].

Άλλοι αξιοσημείωτοι ελευθεριακοί στοχαστές είναι ο Χένρι Ν. Θορώ, ο Αλμπέρ Καμύ, ο Άλντους Χάξλεϊ, ο Λιούις Μάμφορντ και ο Όσκαρ Ουάιλντ. Έτσι, υπάρχουν πολυάριθμοι στοχαστές που προσεγγίζουν αναρχικά συμπεράσματα και πραγματεύονται θέματα που ενδιαφέρουν τους ελευθεριακούς. Όπως σημείωνε ο Κροπότκιν πριν από εκατό χρόνια, αυτού του είδους οι συγγραφείς «είναι γεμάτοι ιδέες που δείχνουν πόσο στενά συνυφασμένος είναι ο αναρχισμός με το έργο που συντελείται στη σύγχρονη σκέψη προς την ίδια κατεύθυνση της απελευθέρωσης του ανθρώπου από τα δεσμά του κράτους καθώς και από αυτά του καπιταλισμού». [Anarchism, σ. 300] Η μοναδική αλλαγή από τότε είναι ότι στον κατάλογο μπορούν να προστεθούν περισσότερα ονόματα.

Ο Πίτερ Μάρσαλ αναλύει τις ιδέες των περισσότερων, αλλά όχι όλων, των μη αναρχικών ελευθεριακών που αναφέρουμε σε αυτή και τις επόμενες ενότητες στο βιβλίο του για την ιστορία του αναρχισμού, Demanding the Impossible (Απαιτώντας το αδύνατο). Το βιβλίο του Κλίφορντ Χάρπερ Anarchy: A Graphic Guide (Αναρχία: Ένας εικονογραφημένος οδηγός) είναι επίσης ένας χρήσιμος οδηγός για να μάθετε περισσότερα.

 

https://anarchistfaq.org/afaq/sectionA.html#seca41