Δεν είναι οι περισσότεροι άνθρωποι πολύ ανόητοι για να λειτουργήσει μια ελεύθερη κοινωνία;

Λυπούμαστε που πρέπει να συμπεριλάβουμε αυτή την ερώτηση σε ένα αναρχικό FAQ, αλλά γνωρίζουμε ότι πολλές πολιτικές ιδεολογίες θεωρούν ευθαρσώς ότι οι απλοί άνθρωποι είναι πολύ ανόητοι για να είναι σε θέση να διαχειριστούν τη ζωή τους και να οργανώσουν την κοινωνία. Όλες οι συνιστώσες του καπιταλιστικού πολιτικού φάσματος, από την Αριστερά μέχρι τη Δεξιά, περιλαμβάνουν ανθρώπους που προβάλλουν αυτόν τον ισχυρισμό. Είτε πρόκειται για λενινιστές, είτε για φασίστες, είτε για Φαβιανούς, είτε για ομπζεκτιβιστές (objectivist), θεωρείται ότι μόνο λίγοι εκλεκτοί είναι δημιουργικοί και ευφυείς και ότι αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να κυβερνούν τους υπολοίπους. Συνήθως, αυτός ο ελιτισμός καλύπτεται από μια εκλεπτυσμένη, κυμαινόμενη ρητορική για την “ελευθερία”, τη “δημοκρατία” και άλλες κοινοτοπίες με τις οποίες οι ιδεολόγοι προσπαθούν να αμβλύνουν την κριτική σκέψη των ανθρώπων λέγοντάς τους αυτά που θέλουν να ακούσουν.

Φυσικά, δεν αποτελεί επίσης έκπληξη το γεγονός ότι όσοι πιστεύουν σε “φυσικές” ελίτ κατατάσσουν πάντα τους εαυτούς τους στην κορυφή αυτών. Δεν έχουμε ακόμη ανακαλύψει έναν “αντικειμενιστή”, για παράδειγμα, που να θεωρεί τον εαυτό του μέρος της μεγάλης μάζας των “δευτεροκλασάτων” (είναι πάντα διασκεδαστικό να ακούς ανθρώπους που απλώς παπαγαλίζουν τις ιδέες της Ayn Rand να απορρίπτουν έτσι τους άλλους ανθρώπους!) ή που θα είναι καθαριστής τουαλέτας στο άγνωστο “ιδανικό” του “πραγματικού” καπιταλισμού. Όλοι όσοι διαβάζουν ένα ελιτίστικο κείμενο θα θεωρούν ότι ανήκουν στους “λίγους και εκλεκτούς”. Είναι “φυσικό” σε μια ελιτίστικη κοινωνία να θεωρείς ότι οι ελίτ είναι κάτι το φυσικό και τον εαυτό σου ως ένα εν δυνάμει μέλος μιας τέτοιας κοινωνίας!

Η εξέταση της ιστορίας δείχνει ότι υπάρχει μια θεμελιώδης ελιτίστικη ιδεολογία, η οποία αποτελεί την ουσιαστική εκλογίκευση όλων των κρατών και των κυρίαρχων τάξεων από την εμφάνισή τους στις αρχές της Εποχής του Χαλκού («αν η κληρονομιά της κυριαρχίας είχε κάποιον ευρύτερο σκοπό από την υποστήριξη ιεραρχικών και ταξικών συμφερόντων, αυτός ήταν η προσπάθεια να εξοβελιστεί η πίστη στη αρμοδιότητα του κοινού από τον ίδιο τον κοινωνικό διάλογο». [Bookchin, The Ecology of Freedom, σ. 206]). Αυτή η ιδεολογία αλλάζει με την πάροδο του χρόνου μόνο τα εξωτερικά της ενδύματα, όχι το θεμελιώδες εσωτερικό της περιεχόμενο.

Κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, για παράδειγμα, χρωματίστηκε από τον χριστιανισμό και προσαρμόστηκε στις ανάγκες της εκκλησιαστικής ιεραρχίας. Το πιο χρήσιμο “θεϊκά αποκαλυφθέν” δόγμα για την ιερατική ελίτ ήταν το “προπατορικό αμάρτημα”: η ιδέα ότι τα ανθρώπινα όντα είναι ουσιαστικά διεφθαρμένα και ανίκανα πλάσματα που χρειάζονται “καθοδήγηση από ψηλά”, με τους ιερείς ως τους βολικά αναγκαίους διαμεσολαβητές μεταξύ των απλών ανθρώπων και του “Θεού”. Η ιδέα ότι οι απλοί άνθρωποι είναι βασικά ανόητοι και επομένως ανίκανοι να αυτοκυβερνηθούν είναι μια μεταφορά αυτού του δόγματος, ένα κατάλοιπο του Μεσαίωνα.

Απαντώντας σε όλους εκείνους που ισχυρίζονται ότι οι περισσότεροι άνθρωποι είναι “δευτεροκλασάτοι” ή ότι δεν μπορούν να αναπτύξουν τίποτα περισσότερο από “συνδικαλιστική συνείδηση”, το μόνο που μπορούμε να πούμε είναι ότι πρόκειται για έναν παραλογισμό που δεν αντέχει ούτε μια επιφανειακή ματιά στην ιστορία, ιδιαίτερα στο εργατικό κίνημα. Οι δημιουργικές δυνάμεις όσων αγωνίζονται για την ελευθερία είναι συχνά πραγματικά εντυπωσιακές, και αν αυτή η διανοητική δύναμη και έμπνευση δεν παρατηρείται στην “κανονική” κοινωνία, αυτό είναι η πιο ξεκάθαρη δυνατή καταγγελία για τις αποβλακωτικές επιδράσεις της ιεραρχίας και του κομφορμισμού που παράγει η εξουσία. (Βλέπε επίσης την ενότητα Β.1 για περισσότερα σχετικά με τις επιπτώσεις της ιεραρχίας). Όπως επισημαίνει ο Bob Black:

“Είσαι αυτό που κάνεις. Αν κάνεις μια βαρετή, ηλίθια και μονότονη δουλειά, το πιθανότερο είναι ότι θα καταλήξεις βαρετός, ηλίθιος και μονότονος. Η εργασία είναι μια πολύ καλύτερη ερμηνεία για την υφέρπουσα κρετινοποίηση γύρω μας περισσότερο ακόμη και από τους τόσο σημαντικούς μηχανισμούς αποβλάκωσης όπως η τηλεόραση και η εκπαίδευση. Οι άνθρωποι που είναι πειθαρχημένοι σε όλη τους τη ζωή, που παραδίδονται στη δουλειά από το σχολείο και τους εγκλωβίζει η οικογένεια στην αρχή και το γηροκομείο στο τέλος της ζωής τους, συνηθίζουν στην ιεραρχία και υποδουλώνονται ψυχολογικά. Η ικανότητά τους για αυτονομία έχει ατροφήσει τόσο, που ο φόβος τους για την ελευθερία είναι από τις ελάχιστες λογικά θεμελιωμένες φοβίες τους. Η εκπαίδευση τους στην υπακοή στον εργασιακό χώρο μεταφέρεται στις οικογένειες που αυτοί δημιουργούν, αναπαράγοντας έτσι το σύστημα με περισσότερους από έναν τρόπους, καθώς και στην πολιτική, τον πολιτισμό και οτιδήποτε άλλο. Μόλις αφαιρέσετε τη ζωτικότητα από τους ανθρώπους στη εργασία, είναι πολύ πιθανό να υποταχθούν στην ιεραρχία και την αυθεντία σε όλα. Έχουν συνηθίσει σε αυτό“. [The Abolition of Work and other essays, σελ. 21-2]

Όταν οι ελιτιστές προσπαθούν να συλλάβουν την απελευθέρωση, το μόνο που μπορούν να σκεφτούν είναι ότι αυτή δίνεται στους καταπιεσμένους από τις ευγενικές (για τους λενινιστές) ή τις ανόητες (για τους αντικειμενιστές) ελίτ. Δεν αποτελεί έκπληξη, λοιπόν, το γεγονός ότι αυτή αποτυγχάνει. Μόνο η αυτοαπελευθέρωση μπορεί να δημιουργήσει μια ελεύθερη κοινωνία. Οι καταστροφικές και στρεβλωτικές επιδράσεις της εξουσίας μπορούν να ξεπεραστούν μόνο με την αυτενέργεια. Τα λίγα παραδείγματα μιας τέτοιας αυτοαπελευθέρωσης αποδεικνύουν ότι οι περισσότεροι άνθρωποι, που κάποτε θεωρούνταν από τους άλλους ανίκανοι για την ελευθερία, είναι κάτι παραπάνω από ικανοί για αυτό το έργο.

Εκείνοι που διακηρύσσουν την “ανωτερότητά” τους το κάνουν συχνά από φόβο ότι η εξουσία και η δύναμή τους θα καταστραφούν μόλις οι άνθρωποι ξεφύγουν από τα εξουθενωτικά χέρια της εξουσίας και συνειδητοποιήσουν ότι, σύμφωνα με τα λόγια του Μαξ Στίρνερ, «οι μεγάλοι είναι μεγάλοι μόνο επειδή εμείς είμαστε γονατιστοί. Ας σηκωθούμε».

Όπως παρατηρεί η Έμμα Γκόλντμαν για την ισότητα των γυναικών, «τα εκπληκτικά επιτεύγματα των γυναικών σε κάθε τομέα της ζωής έχουν κάνει για πάντα να σιγήσουν τα σαθρά επιχειρήματα περί κατωτερότητας των γυναικών. Όσοι εξακολουθούν να προσκολλώνται σε αυτό το φετίχ το κάνουν επειδή δεν μισούν τίποτα περισσότερο από το να βλέπουν την εξουσία τους να αμφισβητείται. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό κάθε εξουσίας, είτε πρόκειται για τον αφέντη επί των οικονομικών του σκλάβων είτε για τον άνδρα επί των γυναικών. Ωστόσο, παντού η γυναίκα δραπετεύει από το κλουβί της, παντού προχωράει μπροστά με ελεύθερα, τεράστια βήματα». [Vision on Fire, σελ. 256] Τα ίδια σχόλια ισχύουν, για παράδειγμα, για τα πολύ επιτυχημένα πειράματα αυτοδιαχείρισης των εργατών κατά τη διάρκεια της Ισπανικής Επανάστασης.

Στη συνέχεια, βέβαια, η άποψη ότι οι άνθρωποι είναι πολύ ανόητοι για να λειτουργήσει ο αναρχισμός γυρίζει μπούμερανγκ σε όσους την υποστηρίζουν. Πάρτε, για παράδειγμα, εκείνους που χρησιμοποιούν αυτό το επιχείρημα για να υποστηρίξουν τη δημοκρατική κυβέρνηση αντί της αναρχίας. Δημοκρατία, όπως σημείωσε ο Luigi Galleani, σημαίνει «αναγνώριση του δικαιώματος και της αρμοδιότητας του λαού να επιλέγει τους κυβερνώντες του». Ωστόσο,
«όποιος έχει την πολιτική αρμοδιότητα να επιλέγει τους [δικούς του] κυβερνώντες είναι, κατ’ επέκταση, επίσης αρμόδιος να κάνει και χωρίς αυτούς, ιδίως όταν εξαλείφονται οι αιτίες της οικονομικής αντιπαλότητας». [The End of Anarchism?, σελ. 37] Έτσι, το επιχείρημα υπέρ της δημοκρατίας ενάντια στον αναρχισμό υπονομεύει τον εαυτό του, διότι «αν θεωρείτε ότι αυτοί οι άξιοι ψηφοφόροι είναι ανίκανοι να φροντίσουν οι ίδιοι τα συμφέροντά τους, πώς είναι δυνατόν να είναι σε θέση να επιλέξουν οι ίδιοι τους ποιμένες που πρέπει να τους καθοδηγήσουν; Και πώς θα μπορέσει να λυθεί αυτό το πρόβλημα της κοινωνικής αλχημείας, της εκλογής μιας ιδιοφυΐας από τις ψήφους μιας μάζας ανόητων;» [Malatesta, Anarchy, σελ. 53-4].

Όσο για εκείνους που θεωρούν τη δικτατορία ως τη λύση στην ανθρώπινη ανοησία, τίθεται το ερώτημα γιατί αυτοί οι δικτάτορες είναι απρόσβλητοι από αυτό το φαινομενικά καθολικό ανθρώπινο χαρακτηριστικό; Και, όπως σημείωνε ο Μαλατέστα, «ποιοι είναι οι καλύτεροι; Και ποιος θα αναγνωρίσει αυτές τις ιδιότητες σε αυτούς;» [Ό.π., σ. 53] Αν επιβληθούν στις “ηλίθιες” μάζες, γιατί να υποθέσουμε ότι δεν θα εκμεταλλευτούν και δεν θα καταπιέσουν τους πολλούς προς όφελός τους; Ή, τέλος πάντων, [πως θα αναγνωρίσουμε] ότι είναι πιο έξυπνοι από τις μάζες; Η ιστορία των δικτατορικών και μοναρχικών κυβερνήσεων δίνει μια σαφή απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα. Ένα παρόμοιο επιχείρημα ισχύει και για άλλα μη δημοκρατικά συστήματα, όπως αυτά που βασίζονται στην περιορισμένη ψήφο. Για παράδειγμα, το ιδεώδες του Λοκ (δηλ. το κλασικό φιλελεύθερο ή δεξιόστροφο φιλελεύθερο ιδεώδες) ενός κράτους που βασίζεται στην κυριαρχία των ιδιοκτητών και το οποίο είναι προορισμένο να μην είναι τίποτα περισσότερο από ένα καθεστώς που καταπιέζει την πλειοψηφία για να διατηρήσει την εξουσία και τα προνόμια των λίγων πλουσίων. Ομοίως, η ιδέα της σχεδόν καθολικής ανοησίας φραγμού μιας ελίτ καπιταλιστών (το “αντικειμενιστικό” όραμα) συνεπάγεται ένα σύστημα ελαφρώς λιγότερο ιδανικό από το τέλειο σύστημα το οποίο παρουσιάζεται στη βιβλιογραφία. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι περισσότεροι άνθρωποι θα ανέχονταν καταπιεστικά αφεντικά που τους αντιμετωπίζουν ως μέσα για ένα σκοπό και όχι ως αυτοσκοπό. Γιατί πώς μπορείτε να περιμένετε από τους ανθρώπους να αναγνωρίσουν και να επιδιώξουν το δικό τους προσωπικό συμφέρον, αν τους θεωρείτε κατά βάση ως “απολίτιστες ορδές”; Δεν μπορείς να τα έχεις και τα δύο και το “άγνωστο ιδανικό” του καθαρού καπιταλισμού θα ήταν εξίσου άθλιο, καταπιεστικό και αλλοτριωτικό με τον “υπαρκτό” καπιταλισμό.

Ως εκ τούτου, οι αναρχικοί είναι σταθερά πεπεισμένοι ότι τα επιχειρήματα κατά της αναρχίας που βασίζονται στην έλλειψη ικανοτήτων της μάζας των ανθρώπων είναι εγγενώς αυτοαναιρούμενα (όταν δεν είναι κατάφωρα ιδιοτελή). Αν οι άνθρωποι είναι πολύ ανόητοι για τον αναρχισμό, τότε είναι πολύ ανόητοι και για οποιοδήποτε άλλο σύστημα. Τελικά, οι αναρχικοί υποστηρίζουν ότι μια τέτοια προοπτική αντανακλά απλώς τη δουλική νοοτροπία που παράγει μια ιεραρχική κοινωνία και όχι μια γνήσια ανάλυση της ανθρωπότητας και της ιστορίας μας ως είδος. Για να παραθέσουμε ένα απόφθεγμα του Ρουσσώ:

«όταν βλέπω πλήθη εντελώς γυμνών αγρίων να περιφρονούν την ευρωπαϊκή πολυτέλεια και να υπομένουν την πείνα, τη φωτιά, το σπαθί και το θάνατο μόνο και μόνο για να διατηρήσουν την ανεξαρτησία τους, αισθάνομαι ότι δεν αρμόζει στους σκλάβους να κάνουν λόγο για ελευθερία». [αναφέρεται από τον Noam Chomsky, Marxism, Anarchism, and Alternative Futures, σελ. 780]

 

https://anarchistfaq.org/afaq/sectionA.html#seca217