Όσα δε φτάνει ένας εμπρησμός από φασίστες, τα φτάνει η κρατική καταστολή

Για τρίτη φορά μέσα σε διάστημα λίγων μηνών το κράτος επιχειρεί να ανακόψει την προσπάθεια ανοικοδόμησης της κατάληψης Libertatia μετά τον καταστροφικό εμπρησμό της από φασίστες τον Ιανουάριο του 2018. Η προσδοκία πάσης φύσεως θιασωτών της καθεστηκυίας τάξης να απαλλαγούν οριστικά από μια ακόμα δομή αντίστασης και αγώνα ενάντια στη σύγχρονη βαρβαρότητα έπεσε παταγωδώς στο κενό χάρη στην συνειδητή πολιτική απόφαση των συντρόφων και συντροφισσών της κατάληψης για ανοικοδόμηση του κτιρίου.

Ό, τι δεν κατάφεραν οι φωτιές των φασιστοειδών δυόμιση χρόνια πριν, προσπαθούν να το πετύχουν τώρα οι κρατιστές με την επίκληση του νόμου και των θεσμικών οργάνων.

Την Κυριακή 23/8, μπάτσοι εισέβαλαν στο χώρο της κατάληψης και αφού συνέλαβαν δώδεκα συντρόφους/ισσες που εκείνη την ώρα εκτελούσαν εργασίες, πήραν τον υλικοτεχνικό εξοπλισμό που είναι απαραίτητος για την ανοικοδόμηση και ο οποίος συγκεντρώθηκε χάρη στην ανιδιοτελή προσφορά πλήθους αλληλέγγυων, επιχειρώντας καταφανώς να θέσουν τέρμα στη συνέχιση του εγχειρήματος. Η τελευταία αυτή κίνηση έρχεται να προστεθεί στις δύο προηγούμενες όπου είχαν πραγματοποιηθεί προσαγωγές, συλλήψεις, διακοπή του ρεύματος και κλοπή υλικών και εργαλείων από τους προστάτες του νόμου.

Στο προσκήνιο όλων αυτών των κατασταλτικών κινήσεων βρίσκεται η εφορεία νεωτέρων μνημείων και το όψιμο ενδιαφέρον της για το νεοκλασικό της λεωφόρου Στρατού μετά από χρόνια εγκατάλειψης πριν αυτό καταληφθεί και αποκτήσει ξανά ζωή. Άλλωστε οι κατηγορίες που αποδόθηκαν στους συντρόφους στην τελευταία κατασταλτική κίνηση, περί φθοράς σε μνημείο και παράνομης δόμησης δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολίας για την πραγματική στόχευση αυτών των κινήσεων. Ή μήπως όχι; Για εμάς είναι κάτι παραπάνω από δεδομένο ότι η εξουσία δεν πρόκειται να παραδεχτεί ποτέ δημόσια τους πραγματικούς λόγους για τους οποίους καταδιώκει και καταστέλλει τους πολιτικούς της αντιπάλους αλλά, αντιθέτως, θα βρίσκει πάντα ευνοϊκές προφάσεις με σκοπό την ελαχιστοποίηση του πιθανού πολιτικού κόστους.

Έτσι και στην προκειμένη περίπτωση η αιτία της επαναλαμβανόμενης επιχείρησης καταστολής και παρεμπόδισης των συντρόφων/ισσών της Libertatia να αναστηλώσουν το κτίριο δεν αφορά κάποιους πολεοδομικούς κανονισμούς αλλά το πείσμα του αγώνα και το παράδειγμα της αυτοοργάνωσης που, σύμφωνα με τους εξουσιαστές, οφείλουν να παταχθούν.

Για την κανονικότητα της εξουσίας είναι απαράδεκτο οι άνθρωποι να αυτοοργανώνονται και να ζουν χωρίς την άδεια ή την καθοδήγησή της. Για την κανονικότητα του κράτους είναι απαράδεκτο, οι άνθρωποι να ρυθμίζουν τη ζωή τους με βάση την ελεύθερη συνείδησή τους και όχι με βάση ένα νόμο που τους έχει επιβληθεί αυθαίρετα και με τη βία. Για την κανονικότητα του καπιταλισμού είναι απαράδεκτο, οι άνθρωποι να βρίσκουν συλλογικές λύσεις στα προβλήματά τους με βάση την αλληλοβοήθεια αντί να βλέπουν στους συνανθρώπους τους μια πηγή κέρδους.  Όλα τα παραπάνω αποτελούν συμπεριφορές που αμφισβητούν ευθέως τις σάπιες αξίες της υπάρχουσας κρατικής και καπιταλιστικής κοινωνίας.

Οι καταλήψεις είναι οι χώροι του κοινωνικού και ταξικού αγώνα των καταπιεσμένων και εκμεταλλευόμενων που προτείνουν έμπρακτα μια διαφορετική πρόταση κοινωνικής οργάνωσης, εκ διαμέτρου αντίθετη προς το υπάρχον, βασισμένη στις αρχές της ισότητας, της αλληλεγγύης και της ελευθερίας. Γι’ αυτό είναι απειλητικές για την ύπαρξη του κράτους, γι’ αυτό δέχονται την καταστολή.

Οι καταλήψεις είναι θέσεις μάχης στον αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση, για την απελευθέρωση όλων μας. Τώρα που το κράτος τις καταστέλλει με την ψευδαίσθηση ότι έτσι θα μπορέσει να απαλλαγεί από τον ίδιο τον αντικρατικό/αντικαπιταλιστικό αγώνα, να σταθούμε όλοι αλληλέγγυοι δίπλα τους ακυρώνοντας στην πράξη όλες τις κατασταλτικές βλέψεις των εξουσιαστών.

 

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΜΕ ΤΟΥΣ/ΙΣ ΣΥΛΛΗΦΘΕΝΤΕΣ/ΕΙΣΕΣ

ΚΑΤΩ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΤΑΛΗΨΗ LIBERTATIA