ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ ΤΗΣ ΑΝΑΡΧΙΚΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ

Συντρόφισσες, σύντροφοι

είναι χαρά μας να συναντιόμαστε με συντρόφισσες και συντρόφους με τους οποίους γνωριζόμαστε μέσα από τους κοινούς μας πολιτικούς και κοινωνικούς αγώνες αλλά και με τους οποίους επίσης μοιραζόμαστε κοινούς προβληματισμούς και αγωνίες. Αναφερόμαστε σε προβληματισμούς τόσο σχετικά με τα μέσα και τις μεθόδους του αγώνα μας και τη διάρθρωση τους με τα προτάγματα και τους σκοπούς μας όσο και σχετικά με το είδος των σχέσεων μεταξύ των συντρόφων, των αγωνιστών και των συλλογικοτήτων. Και φυσικά αγωνία σχετικά με την αποτελεσματικότητα όλων των παραπάνω όσον αφορά το πόσο προωθούν την κοινή μας υπόθεση, δηλαδή την κοινωνική επανάσταση, την ατομική και κοινωνική χειραφέτηση και τη δημιουργία ενός κόσμου ελευθερίας, ισότητας και αλληλεγγύης.

 Αυτοί ακριβώς οι προβληματισμοί και αγωνίες ήταν το καύσιμο που τροφοδοτούσε τις συζητήσεις μας τα τελευταία 2,5 χρόνια, στο επίκεντρο των οποίων βρισκόταν διαρκώς το ζήτημα της οργάνωσης των αναρχικών στον ελλαδικό χώρο. Το αποτέλεσμα αυτής της προσπάθειας ήταν η δημιουργία της Αναρχικής Ομοσπονδίας, της πρώτης που εμφανίζεται ιστορικά στον αναρχικό χώρο της Ελλάδας. Αυτό το αποτέλεσμα και την πορεία μας προς τη δημιουργία του θέλουμε να παρουσιάσουμε απόψε στις συντρόφισσες και στους συντρόφους που ανταποκρίθηκαν στο σημερινό μας κάλεσμα.

 Αρχικές σκέψεις

 – Ξεκινήσαμε με μια πρώτη διαπίστωση: οι αγώνες των αναρχικών τον τελευταίο ενάμιση αιώνα (με τις νίκες και τις ήττες τους) και η θεωρητική επεξεργασία των σκοπών, των στόχων και των αποτελεσμάτων τους συνθέτουν καταρχάς μια βασική ιστορική και πολιτική παρακαταθήκη. Πολύτιμη για κάθε σύντροφο που θέλει συγχρόνως να αγωνίζεται και να στοχάζεται πάνω στα χαρακτηριστικά του αγώνα.

 Από τη μελέτη των περιεχομένων αυτής της παρακαταθήκης προκύπτει πως το πρόταγμα της οργάνωσης και της συλλογικοποίησης εμφανίζεται να είναι περίπου εγγενές τόσο στον αναρχισμό όσο και στους κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες. Η αυτοργάνωση μάλιστα (αυτό το είδος της οργάνωσης που πρεσβεύουν οι ελευθεριακοί-μια σχεδόν ανεξάντλητη πηγή εμπειριών και ιδεών από το εργατικό και κοινωνικό κίνημα) τείνει να αναδεικνύεται περίπου ως μια σχεδόν “φυσική” ή ίσως και ενδογενής τάση εκείνου του αναρχισμού που έχει μια ολιστική θέαση του κόσμου και επιδιώκει την κοινωνική επανάσταση. Στα πλαίσια αυτά, η ένωση και σύμπραξη των συλλογικοτήτων σε μια οργανωτική συνεκτική δομή προβάλει ως μια απάντηση στο ερώτημα ποιο είδος οργάνωσης επιθυμούν οι αναρχικοί. Η αναρχική ομοσπονδία λοιπόν είναι μια προσπάθεια για την επαναθεμελίωση του αναρχισμού στο φυσικό του περιβάλλον, την οργάνωση.

 Προχωρώντας στο εδώ και στο τώρα

 – Συνεχίσαμε με μια δεύτερη διαπίστωση: ο αναρχικός χώρος στο (γεωγραφικό) εδώ και στο (χρονικό) τώρα χαρακτηρίζεται από δυσλειτουργίες και ανεπάρκειες που στην καλύτερη των περιπτώσεων μας προβληματίζουν όλους συντρόφους και στη χειρότερη των περιπτώσεων τον καθιστούν έναν αναποτελεσματικό πολιτικό χώρο. Στο επίκεντρο αυτής της προβληματικής βρίσκεται για άλλη μια φορά το ζήτημα της οργάνωσης.

 Πραγματικά, τα τελευταία χρόνια αρχικά έξω από διαδικασίες αλλά σταδιακά όλο και περισσότερο μέσα σε αυτές, το ερώτημα της οργάνωσής εμφανιζόταν όλο και πιο επιτακτικά. Είτε τίθενται στα πλαίσια της επιδίωξης μιας καλώς εννοούμενης ενότητας, είτε ως κριτική στις ανεπάρκειες του (κυρίαρχου στις διαδικασίες μας) αφορμαλισμού, είτε ως καταδίκη ή υπεράσπιση του ατομικού δρόμου που ακολουθεί μεγάλη πλειοψηφία των συντρόφων και συντροφισσών. Σε οποιαδήποτε περίπτωση πάντως η διαπίστωση λίγο ως πολύ παρέμενε κοινή: οι υπάρχουσες οργανωτικές δομές του αναρχικού χώρου έχουν δείξει προ πολλού τις αδυναμίες και τα όριά τους. Συνοπτικά μιλώντας αναφερόμαστε σε αφορμαλιστικούς τρόπους, στοιχειακής στην πραγματικότητα, οργάνωσης που διακρίνονται από την ευκαιριακότητα τους και το συχνά συγκυριακό χαρακτήρα τους, τα ασαφή προτάγματα που αφήνουν χώρο στην έκφραση πλήθους θολών ενίοτε και αλληλοαναιρούμενων αντιλήψεων, τις μονοδιάστατες και αποκομμένες ιδεολογικοποιήσεις.

 Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αυτού του φαινομένου είναι οι ευκαιριακές συναντήσεις-συνελεύσεις (τα γνωστά μας καλέσματα στο Γκίνη….) που συνήθως στοχεύουν είτε σε βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα, είτε σε δράσεις που έχουν να κάνουν με την επικαιρότητα και περιορίζονται εκ των πραγμάτων σε αυτές ακριβώς τις βραχυπρόθεσμες στοχεύσεις.

 Επανερχόμενοι στον κομβικό χαρακτήρα του αφορμαλιστικού τρόπου συγκρότησης μας θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάτι.  Από αρκετούς συντρόφους γίνεται γενικά αποδεκτό πως ο συγκεκριμένος τρόπος συγκρότησης βοήθησε στο παρελθόν τον χώρο να “επιβιώσει” σε περιόδους καταστολής, αγωνιστικής ύφεσης και γενικευμένης κοινωνικής αδράνειας. Παράλληλα όμως γίνεται και καθολικά αποδεκτό πως αυτός ο τρόπος έχει φτάσει πλέον στα ιστορικά όρια του. Είναι διαπίστωση μας πως ο αφορμαλισμός καθιστά πρακτικά ανέφικτη την προταγματικότητα της αναρχικής ιδέας. Στην ίδια διαπίστωση μάλιστα οδηγούμαστε αναλογιζόμενοι και τα παραφερνάλια του: τις άτυπες ιεραρχίες και τους λανθάνοντες ή μη ηγεμονισμούς που κατά καιρούς εμφανίζονται στο χώρο

 Στο σκεπτικό μας τόσο ο αφορμαλισμός όσο και η συγκυριακή συγκρότηση οδηγούν στην αυτοαναφορικότητα. Γιατί, πραγματικά, τα καλοπροαίρετα ερωτήματα που εύλογα προκύπτουν αν καθίσουμε να αναλογιστούμε αφενός τα προτάγματα μας και αφετέρου τον τρόπο συγκρότησης μας είναι: Πώς μπορούμε να μιλάμε για αυτοοργάνωση όταν απευθυνόμαστε στους καταπιεσμένους, τη στιγμή ακριβώς που η πλειοψηφία των αναρχικών συντρόφων δεν ανήκουν σε αυτοοργανωμένα πολιτικά αγωνιστικά σχήματα οποιουδήποτε είδους (συλλογικότητες, εγχειρήματα, αντιθεσμίσεις, στέκια, καταλήψεις κλπ); Πώς μπορούμε να προτάσσουμε την αυτοοργάνωση του συνόλου της κοινωνίας και την αυτοθέσμιση σε κάθε πτυχής της κοινωνικής ζωής όταν αδυνατούμε να συνεννοηθούμε ακόμα και μεταξύ μας (είτε ατομικά είτε σε επίπεδο συλλογικοτήτων) ή όταν οι συναντήσεις μας δεν μπορούν να δομηθούν στη βάση της σταθερότητας στο χρόνο και της συνέπειας των αποφάσεων μας;

 Με αυτά κατά νου η επιλογή μας δεν μπορεί παρά να είναι η αποστασιοποίηση από τον αφορμαλισμό. Γιατί στα πλαίσια του αφορμαλισμού οι προαναφερθείσες ελλείψεις μας τείνουν να γίνουν ανοιχτές πληγές που (το έχουμε δει άλλωστε αρκετές φορές) οδηγούν προς την αυτοαναφορικότητα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του φαινομένου είναι η άσκηση κριτικής στο εσωτερικό του χώρου. Η έλλειψη ενός πεδίου διαλόγου και (γιατί όχι) πολιτικής αντιπαράθεσης, καθιστά τις συγκυριακές συνελεύσεις μας (και ακόμα χειρότερα τα καφενεία του χώρου) ως το μόνο διαθέσιμο πεδίο άσκησης κριτικής από μια συλλογικότητα σε μια άλλη. Οι όροι μάλιστα με τους οποίους γίνεται η διαχείριση των όποιων διαφορών εκλαμβάνεται με όρους επιθετικότητας και ανταγωνισμού, δημιουργώντας έτσι μια εξαιρετικά δυσμενή συνθήκη: περισσότερο διαχωρίζει και κλείνει τις ομάδες στο καβούκι τους σε μια διάθεση αυτοπροστασίας του κοινού τους κόσμου, παρά τις ωθεί σε μια συλλογική αντιμετώπιση και επίλυση τους. Περιττό να αναφέρουμε πως αυτό μακροπρόθεσμα υποσκάπτει την προοπτική δημιουργίας ενός ισχυρού αναρχικού κινήματος.

 Το ζήτημα του ξεπεράσματος όλων των παραπάνω, δηλαδή του συγκυριακού, αφορμαλιστικού και ακτιβιστικού χαρακτήρα της συγκρότησης μας αναδεικνύεται ως βασικό επίδικο ακόμα περισσότερο στο ιστορικό εδώ και τώρα. Στη σημερινή συγκυρία λοιπόν, το ιδεολογικό οικοδόμημα του καπιταλισμού που με τις υποσχέσεις του πλουτισμού, της κατανάλωσης και της κοινωνικής ανόδου εξαγόραζε τη συναίνεση των από τα κάτω, δείχνει σημάδια κατάρρευσης. Το γεγονός αυτό έχει σηματοδοτήσει μια άνευ προηγουμένου κρίση νομιμοποίησης του συστήματος και δημιουργείται ένα τεράστιο πολιτικό κενό, μια δυνητική ασυνέχεια.  Σε μια τέτοια συγκυρία λοιπόν διάφορες πολιτικές δυνάμεις προσπαθούν να βρουν το δικό τους χώρο και η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις, οι μεγάλες αφηγήσεις κερδίζουν έδαφος. Η άνοδος της καθεστωτικής αριστεράς (της κωλοτούμπας και της προόδου) όσο και της ακροδεξιάς φαίνεται να συνηγορούν σε αυτό το σκεπτικό.

 Για τους αναρχικούς αυτή η ασυνέχεια σχηματοποιεί μια αναγκαία αλλά όχι και ικανή συνθήκη για τη διείσδυση των αντιλήψεών μας σε ευρύτερα κοινωνικά κομμάτια και κατά συνέπεια στην προοπτική του επαναστατικού μετασχηματισμού. Αυτό συμβαίνει γιατί η διαφαινόμενη, αν όχι διαρκώς παρούσα, κατάρρευση δεν έχει προκληθεί τόσο από τα οργανωμένα χτυπήματα των καταπιεσμένων όσο από το βάρος των εσωτερικών αντιφάσεων του ίδιου του συστήματος.

 Πώς όμως θα επιτείνουμε αυτή την κρίση γινόμενοι πραγματικά επικίνδυνοι για κράτος και κεφάλαιο; Η οργάνωση ως προϋπόθεση για τη μεθοδική πολιτική προετοιμασία της επανάστασης.

 Μελετώντας την εμπειρία και τα ιστορικά παραδείγματα διαπιστώνουμε πως όσες φορές οι αναρχικοί πέτυχαν να διαδραματίσουν κάποιο κεντρικό πολιτικό ρόλο, το κατάφεραν συγκροτούμενοι σε οργανωμένους φορείς που έδιναν προοπτική στους κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες, συνέβαλαν στη διασύνδεση και τη συνολικοποίησή τους, και έθεταν ρητά τον κεντρικό στρατηγικό τους στόχο, δηλαδή την κοινωνική επανάσταση.

 Η περαιτέρω ανάλυση φαίνεται να εδραιώνει την πεποίθηση ότι η οργάνωση είναι ικανή να  νοηματοδοτεί την επανάσταση ως μια διαδικασία διαρκή και επίπονη σε όλα τα επίπεδα του υπάρχοντος και όχι ως την περίφημη νύχτα, όπου όλα θα ανατραπούν από τον εξεγερσιακό αυθορμητισμό των μαζών. Ενάντια στη φετιχοποίηση της εξέγερσης ως ολιστικό πρόταγμα, η οργάνωση προτάσσει την αξιοποίηση της εξέγερσης ως επιταχυντή των επαναστατικών διαδικασιών· ενάντια στη μικροαστική ανυπομονησία που συναντάται σε ριζοσπαστικούς πολιτικούς χώρους, προτάσσει τη συστηματική δουλειά· ενάντια στη δράση χωρίς όνομα και αναγνώριση, προτάσσει την κεφαλαιοποίηση της δράσης και των επιτυχιών μας· και τέλος ενάντια στη βία ως αυτοσκοπό, προτάσσει την ταξική, επαναστατική βία.

 Αναλογιζόμενοι τα προηγούμενα, οδηγηθήκαμε στην απόφαση για τη δημιουργία μιας αναρχικής πολιτικής οργάνωσης. Μιας οργάνωσης που στηρίζεται σε πολιτικές, θεωρητικές και ιδεολογικές συμφωνίες και που σηματοδοτεί το πέρασμα από το (θεωρητικό) αφηρημένο στο (πρακτικό) συγκεκριμένο. Που αποτελεί επίσης τη μέθοδο, το εργαλείο με το οποίο τα πολιτικά υποκείμενα παράγουν πολιτική και οι ιδέες γειώνονται και επιδρούν πάνω στην πραγματικότητα καθεαυτή. Γνώμονας μας επίσης η διαπίστωση πως ο εχθρός μας, το κράτος, το κεφάλαιο και οι αντίπαλες πολιτικές δυνάμεις είναι οργανωμένος και είναι πλέον φανερό ότι δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί παρά μόνο μεθοδικά και οργανωμένα.

 Η ομόσπονδη οργάνωση αποτελεί ένα μέσο προς αυτή την κατεύθυνση καθώς μπορεί να προσφέρει:

– την κοινή θέση των αναρχικών στο οποιοδήποτε ζήτημα προκύπτει ή που θέτουν στην ατζέντα τους οι ίδιοι,
– την ευελιξία στις κινήσεις και τις δράσεις των επιμέρους ομόσπονδων τμημάτων-περιφερειών,
– την ποσοτική μεγέθυνση της διάχυσης του αναρχικού λόγου και πρακτικής,
– τη συγκρότηση μιας ενιαίας, οργανωμένης και μαχητικής παρουσίας και κουλτούρας,
– την ανάδειξη ζητημάτων σε πανελλαδικό επίπεδο, ως μια σύσσωμη και συλλογική θέση-απάντηση.

– τη δυνατότητα για συλλογική και μαζική παρέμβαση αναδεικνύοντας την αναρχία ως την πραγματική αντιπολίτευση στο δρόμο, εισάγοντας τους δικούς μας όρους, αρχές και θέσεις.

– το συντονισμό των δυνάμεων της κοινωνικής απελευθέρωσης προς τον κοινό στόχο, έστω κι από παραπλήσιους δρόμους, και την άρση της πολυδιάσπασης. Έτσι εξασφαλίζεται η δυνατότητα παρέμβασης στην κεντρική πολιτική σκηνή στην οποία είναι στραμμένη η προσοχή των μαζών και την οποία θέλουμε να αποσπάσουμε, με άρθρωση λόγου προς την κοινωνία και τα υποκείμενά της , που είναι κι ο κεντρικός στόχος.

Βέβαια οφείλουμε να επισημάνουμε πως είμαστε απόλυτα συγκρατημένοι. Δεν πιστεύουμε επουδενί ότι η οργάνωση είναι πανάκεια που θα λύσει όλα τα εσωτερικά προβλήματα και τις παθογένειες του χώρου μας ούτε το πασπαρτού για την κοινωνική απεύθυνση. Αποτελεί όμως την ελπίδα για μια πιο αποτελεσματική υλοποίηση των ιδεών μας, για μια μεθοδικότερη προώθηση των θέσεων μας στον στίβο της πολιτικής, για μια σίγουρα πιο αναβαθμισμένη παρέμβαση στους κοινωνικούς κι εργασιακούς χώρους. Είναι, τελικά, αναγκαίο αλλά όχι -από μόνη της- ικανό μέσο για την επιτυχία του αγώνα.

 Με αυτό κατά νου, η προσπάθεια μας για την αναρχική οργανωτική ανασυγκρότηση προσλαμβάνει το χαρακτήρα ιστορικής ευθύνης των αναρχικών, ως μια κομβική στιγμή στην πορεία των αγώνων. Γιατί θεωρούμε πως μόνο η ένωση των δυνάμεων μας, μπορεί να δώσει στην αναρχία τη δυνατότητα να πρωταγωνιστήσει στις εξελίξεις και να σκιαγραφήσει μια επαναστατική προοπτική.

Σήμερα, που η κρίση του πολιτικού συστήματος γνωρίζει ιστορικά υψηλά (η αποχή στις τελευταίες εκλογές άγγιξε το 50%, γεγονός που αποκρυσταλλώνει την απογοήτευση ενός σημαντικού κομματιού του κόσμου απέναντι στο κοινοβουλευτικό σύστημα), είναι η ώρα να βγούμε μπροστά. Να διατρανώσουμε τις αρνήσεις μας και να οικοδομήσουμε ταυτόχρονα τις καταφάσεις μας, με δομημένο, συνεχή και οργανωμένο τρόπο. Οφείλουμε να απαντήσουμε στην επίθεση κράτους και κεφαλαίου, να αποδομήσουμε τη διαλεκτική της κυριαρχίας και να τσακίσουμε τις φασιστικές απολήξεις της εξουσίας. Να αδράξουμε τη μεγάλη ιστορική ευκαιρία για να βγούμε στο πολιτικό προσκήνιο αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες και χαράσσοντας μια οργανωμένη, μεθοδική και αποτελεσματική στρατηγική αγώνα προκειμένου να κάνουμε ένα ακόμα βήμα πιο κοντά στην κοινωνική επανάσταση και στον στόχο του ελευθεριακού κομμουνισμού.

 Σήμερα, που η καπιταλιστική αναδιάρθρωση δίνει νέα διάσταση στη βαρβαρότητα που συνιστά η οικονομία της αγοράς, που οι δομές του κράτους ασφάλειας και έκτακτης ανάγκης ποδοπατούν με ιδιαίτερη ευκολία τα όποια “δικαιώματα”, που το καθεστώς εξαίρεσης θεσμοποιείται μεθοδικά υποτιμώντας στο πρόσωπο μεταναστών/προσφύγων ολόκληρο το προλεταριάτο, εν τέλει σήμερα που η επίθεση στην τάξη μας αλλά και ευρύτερα στην κοινωνία από το κράτος και το κεφάλαιο παίρνει πρωτοφανείς διαστάσεις, το αναρχικό κίνημα οφείλει να ανασυγκροτηθεί. Συνεπώς η ανάγκη για τη δημιουργία μιας αναρχικής πολιτικής οργάνωσης, δηλαδή μιας αναρχικής ομοσπονδίας, προκύπτει επιπλέον τόσο από τις αδυναμίες μας ως χώρος όσο και από τις ίδιες τις ανάγκες του αγώνα μας.

 Αυτές ακριβώς τις αδυναμίες, θεωρούμε ότι έρχεται να αντιμετωπίσει μια αναρχική ομοσπονδία, θέτοντας στο επίκεντρο τα αναρχικά προτάγματα και αντιπαραβάλλοντας στο διαχρονικό ζήτημα της εξουσίας, όχι την κατάληψή της όπως πρεσβεύουν άλλες ριζοσπαστικές δυνάμεις, αλλά την κατάργησή της και την οριζόντια οργάνωση της κοινωνίας. Μια ομοσπονδία συλλογικοτήτων και ομάδων που η ισχύς της θα της επιτρέπει να χαράσσει και να εφαρμόζει τη δική της στρατηγική και δεν θα ετεροκαθορίζεται συνεχώς από τα γεγονότα, μακριά από τη Σκύλλα του καιροσκοπισμού και της συγκυρίας και τη Χάρυβδη του θεαματικού ακτιβισμού των ολιγόωρων συγκρούσεων στους δρόμους των Εξαρχείων.

 Αναφερόμαστε σε ένα οργανωτικό σχήμα που θα είναι το πολιτικό “σχολείο” μας. Σε αυτό θα μάθουμε να θέτουμε συλλογικά μακροπρόθεσμους στόχους και φυσικά να τηρούμε την εφαρμογή των αποφάσεων μας που σκοπεύουν στην εκπλήρωση τους. Σε αυτό θα διδαχτούμε, με ποιο τρόπο μέσα από την αυτοκριτική και την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητάς μας ως προς αυτούς τους στόχους θα αποκτούμε εμπειρία τόσο για εμάς όσο και για το κίνημα. Σε αυτό επίσης θα μάθουμε πως να κεφαλαιοποιούμε εμείς οι ίδιοι το πολιτικό αποτέλεσμα των δράσεων και του στοχευμένου ακτιβισμού μας και να μην επιτρέπουμε πλέον σε αντίπαλες πολιτικές δυνάμεις να αντλούν πολιτική υπεραξία στις πλάτες μας.

 Τέλος κατά η γνώμη μας επίσης ένα άλλο σημείο κεφαλαιώδους σημασίας που αποτελεί επιτακτική ανάγκη (ειδικά στην παρούσα συγκυρία) είναι η εκπόνηση, επεξεργασία και διάδοση ενός αναρχικού προγράμματος. Ενός πολιτικού και οικονομικού επαναστατικού προγράμματος, το οποίο να προτείνει τρόπους για το “χτίσιμο της ελεύθερης κοινωνίας μέσα στο κέλυφος της παλιάς”, αλλά και να περιγράφει όσο πιο συγκεκριμένα μπορεί τη δομή της κοινωνίας που οραματιζόμαστε. Κάτι που αρμόζει να πραγματωθεί μόνο από μία μαζική, επαναστατική οργάνωση, όπως είναι μια αναρχική ομοσπονδία.

 Με το βλέμμα στραμμένο στο χώρο και το κίνημα …

 Από τους βασικούς στόχους της ομοσπονδίας είναι να συσπειρώσει όσο το δυνατόν περισσότερες συλλογικότητες και ομάδες του αναρχικού χώρου. Παράλληλα όμως διακηρυγμένος στόχος της αποτελεί και η διάδοση της ιδέας της συλλογικοποίησης, είτε με την παρότρυνση προς συντρόφους να γίνουν μέλη κάποιας συλλογικότητας, είτε με την προώθηση της ιδέας για δημιουργία νέων ομάδων, είτε με την ενίσχυση των υπαρχόντων αυτοοργανωμένων δομών είτε με την επινόηση νέων.

 Σε οποιαδήποτε περίπτωση πάντως η ομοσπονδία ευελπιστούμε αφενός να υποστηρίξει, αναβαθμίσει και ενισχύσει τη λειτουργία και τη δράση των συντρόφων και των ομάδων που συμμετέχουν σε αυτή και αφετέρου να αποτελέσει σημείο αναφοράς για κάθε αγωνιζόμενο.

 Γνωρίζουμε πως η ομοσπονδία ξεκινάει την ύπαρξη της ως μια μειοψηφική (οργανωτικά) τάση μέσα στο κίνημα αλλά το σίγουρο είναι ότι θα εξαντλήσουμε όλα τα περιθώρια για να λειτουργήσει συνθετικά και ενοποιητικά εντός του χώρου και του κινήματος ευρύτερα. Για το σκοπό αυτό θα επιδιώξει τη σύμπραξη και συνεργασία με άλλα τμήματα του χώρου αλλά και την επαφή και σύνδεση με τα αγωνιζόμενα αυτά κομμάτια της κοινωνίας που ψάχνουν να οργανώσουν τις αντιστάσεις τους με πολιτικούς όρους, αλλά και τη δυνατότητα ενίσχυσης κομματιών που ήδη αγωνίζονται.

 … και τη σκέψη προσανατολισμένη προς την κοινωνία

 Η συγκρότηση της Αναρχικής Ομοσπονδίας είναι μια επιλογή να εκτεθούμε απέναντι στους συντρόφους μας, στο κίνημα και στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Να τραβήξουμε τα βλέμματα, ορμώμενοι όχι από έναν πολιτικό ναρκισσισμό αλλά με κάποιου είδους αυθυποβολή προκειμένου να συγκροτήσουμε πιο στέρεα τις θέσεις και τα προτάγματά μας. Όλα αυτά υπό την εκούσια αλλά και θεμιτή πίεση της δέσμευσης τόσο μεταξύ μας όσο κυρίως και προς τον κόσμο της παραγωγής, τους εκμεταλλευόμενους και τους καταπιεσμένους στους οποίους άλλωστε ανήκουμε κι εμείς.

 Η έμπρακτη και δια του παραδείγματος προπαγάνδα αυτών των προταγμάτων μας θεωρούμε ότι αποτελεί ένα από τα καλύτερα εργαλεία ενός πολιτικού κινήματος που στοχεύει στην υιοθέτηση τους από όσο το δυνατόν ευρύτερα κοινωνικά τμήματα. Στόχος που φτάνει ακόμα και στη φιλοδοξία να αποτελέσει η ομοσπονδία τον φορέα πολιτικής έκφρασης και οργάνωσης όλων των εκμεταλλευόμενων.

 Δεν ξεχνάμε πως χρέος μας αποτελεί η κατάθεση μιας επαναστατικής πρότασης που αφενός θα στοχεύει στη  συνολική και καθολική ανατροπή του υπάρχοντος αλλά που αφετέρου θα σκιαγραφεί και το όραμά μας για μια ελεύθερη και αυτοδιευθυνόμενη κοινωνία. Εξάλλου, ένας παράγοντας που μπορεί να οδηγήσει σε μια εν δυνάμει επαναστατική κατάσταση είναι αυτή ακριβώς η ύπαρξη ενός συλλογικού οράματος για μια νέα κοινωνία, κάτι που σήμερα απουσιάζει και αποτελεί μια από τις βασικότερες ελλείψεις του κινήματος. Όπως αναφέρει άλλωστε κι ο Κροπότκιν: ”Καμιά καταστροφή της κυρίαρχης τάξης πραγμάτων δεν είναι δυνατή αν κατά το χρόνο της ανατροπής ή του αγώνα που οδηγεί στην ανατροπή, δεν υπάρχει ζωντανή μέσα στο μυαλό η ιδέα του τι θα αντικαταστήσει εκείνο που πρέπει να καταστραφεί”.

Αναρχική Ομοσπονδία